Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

ΠΟΙΟΣ ΦΟΒΑΤΑΙ ΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΞ ;

Οι φρικτές αποκαλύψεις των μαζικών τάφων παιδιών που προέρχονταν από τους λαούς που πρώτοι κατοίκησαν τον Καναδά και υποχρεώθηκαν από τις τότε αρχές της χώρας αυτής να εγκαταλείψουν τις οικογενειές τους για να «εκπολιτιστούν» σε ειδικά σχολεία οργανωμένα από τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, προκάλεσαν, όπως ήταν φυσικό, αποτροπιασμό στην παγκόσμια κοινή γνώμη, οργή στις κοινότητες των πρώτων λαών της Βόρειας Αμερικής και βαθειά συναισθήματα ενοχής στους Καναδούς.
 
Ο άδικος χαμός ολόκληρων γενιών στο βωμό ενός δυτικού πολιτισμού που μισούσε τη διαφορετικότητα και θεσμοποιούσε την υποκρισία και τον στείρο καθωσπρεπισμό, δεν μπορούσε παρά να δώσει τροφή στο κίνημα ακύρωσης (cancelculture), που επιδιώκει να σβήσει από την ιστορία όλα όσα το ίδιο θεωρεί ως εκφάνσεις του συστήματος καταπίεσης που επέβαλε η Δύση στους λαούς που κατέκτησε και στους ανθρώπους που δεν εντάσσονταν στην κυριαρχούσα, μέχρι λίγες δεκαετίες πριν, αντίληψή της περί ηθικής.
 
Έτσι, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, έγινε γνωστό πως οι υπεύθυνοι των γαλλόφωνων ρωμαιοκαθολικών σχολείων της επαρχίας του Οντάριο έκαψαν δημόσια πολλά βιβλία και εικονογραφημένες ιστορίες (κόμιξ), που περιείχαν, σύμφωνα μ’αυτούς, στερεότυπα και εσφαλμένες εκτιμήσεις για τους πρώτους λαούς του Καναδά. Ανάμεσα στα βιβλία αυτά περιλαμβάνονταν ιστορίες δημοφιλών παιδικών ηρώων, όπως ο Αστερίξ, ο Τεντέν και ο Λούκι Λουκ, που συνόδεψαν την παιδική ηλικία πολλών από εμάς και συνεχίζουν να μας κάνουν να χαμογελούμε αρκετά χρόνια μετά.
 
Το κάψιμο των βιβλίων προκάλεσε μια σειρά από αντιδράσεις που υποχρέωσαν μεν τις σχολικές επιτροπές να παγώσουν τα σχέδια τους για συνέχιση και γενίκευση της πρακτικής αυτής, αλλά απέφυγαν, στην πλειοψηφία τους, να καταδικάσουν απερίφραστα και με αυστηρότητα μια πρακτική, που στη γενιά του γράφοντος και όλων όσων μεγάλωσαν με τις διηγήσεις των μεγαλητέρων τους για τις θηριωδίες της ναζιστικής Γερμανίας, είναι άμεσα συνδεδεμένη με την απολυταρχία και τις πιο μαύρες σελίδες τις ανθρώπινης ιστορίας.

Σε μια εποχή που, μόνο στη Δύση, αγάλματα γκρεμίζονται, δρόμοι και ιδρύματα μετονομάζονται και, αλίμονο, βιβλία παραδίδονται τελετουργικά στις φλόγες, για να εξαγνιστεί η συλλογική μνήμη και να τιμωρηθούν συμβολικά τα εγκλήματα του παρελθόντος, επιβάλλεται περισσότερο από ποτέ  η όποια δικαιολογημένη - όπως στην περίπτωση των πρώτων λαών του Καναδά - ή αδικαιολόγητη οργή, να διαχειριστεί από τις αρχές και την κοινωνία των πολιτών με τρόπο που θα επουλώσει πληγές και δεν θα οδηγήσει σε επικίνδυνες ακρότητες και διχασμούς.
 
Σ´αυτό το πλαίσιο είναι ιδιαίτερα σημαντικό να μην λησμονηθεί πως:
 
Αν εκείνοι που πρεσβεύουν την ισότητα και τη δικαιοσύνη, επιβάλλουν τις ιδέες τους με τα ίδια ακριβώς μέσα που χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν οι οπαδοί του κάθε είδους φασισμού για να ποδηγετήσουν το σύνολο και να φιμώσουν τους αντιπάλους τους, σύντομα στη συνείδηση του μεγαλύτερου μέρους του λαού θα εμπεδωθεί η, ήδη διαδεδομένη και άκρως επικίνδυνη για τη δημοκρατία, αντίληψη: «όλοι το ίδιο είναι». Πρόκειται ακριβώς για την αντίληψη που οδήγησε στην εξουσία το φασισμό σε μια εποχή που άκρα δεξιά και άκρα αριστερά είχαν φθάσει στο σημείο να τρομάζουν το ίδιο το μέσο πολίτη, που, ας μη λησμονούμε, έχει σαν πρώτο ενδιαφέρον τη σταθερότητα και την ασφάλεια και χρειάζεται χρόνο για να προσαρμοστεί σε αλλαγές που αφορούν ιδέες και σταθερές με τις οποίες είχε γαλουχηθεί εξ απαλών ονύχων.
 
Αν δεν είμαστε ικανοί να δούμε την ιστορία με την απαραίτητη απόσταση που επιτρέπει την κατανόηση θλιβερών γεγονότων και συμπεριφορών, με σκοπό την αποτροπή τους στο μέλλον, μέσω της μάθησης και της παιδείας, χωρίς παράλληλα να απορρίπτουμε όλα τα θετικά που γέννησε, σχεδόν κατά κανόνα, η κάθε εποχή, κινδυνεύουμε να στερήσουμε την κοινωνία μας και εκείνες που θα ακολουθήσουν, από ένα  τεράστιο κεφάλαιο τέχνης και πολιτισμού που μας κληροδότησαν, παρά τα πολλά τους σφάλματα, οι πρόγονοί μας. Η Ιερά Εξέταση και το κάψιμο των «αιρετικών» στις πλατείες από τη Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, δεν μπορεί να δικαιολόγησει την καταστροφή της καπέλας σιξτινας. Η χρησιμοποίηση δούλων για το χτίσιμο της Ακρόπολης δεν είναι δυνατόν να γίνει λόγος για να γκρεμιστεί ο Παρθενώνας. Η βαρβαρότητα δεν είναι η απάντηση στη βαρβαρότητα.
 
Αν δεν διατηρήσουμε την ικανότητα να σατιρίζουμε τα ελαττώματά μας και να γελάμε με τα στερεότυπα που έχουν οι άλλοι για μας, θα χάσουμε τη δυνατότητα να σμίγουμε την δικαιοσύνη με την επιείκεια, δημιουργώντας ένα σκληρό και αγέλαστο κόσμο, με κοινότητες οχυρωμένες στις βεβαιότητές τους και το φόβο του πολιτικώς λανθασμένου να φιμώνει τον ελεύθερο λόγο. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να ανεχθούμε τις ρητορικές του μίσους. Σημαίνει όμως ότι πρέπει να εκπαιδεύσουμε τους ανθρώπους να ξεχωρίζουν ανάμεσα στα κηρύγματα μισαλλοδοξίας και την απόλυτα θεμιτή κριτική ή διαφωνία με τη δίκη τους άποψη. Και πως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τη μεγάλη αξία του αυτοσαρκασμού. Ο Αστερίξ χρησιμοποιεί στερεότυπα, όχι μόνο για τους πρώτους λαούς της Αμερικής, αλλά κυρίως για τους ίδιους τους Γάλλους και για τον τρόπο με τον οποίο διδάσκονταν τότε η ιστορία τους. Ο Αριστοφάνης σατίριζε, χρησιμοποιώντας τα στερεότυπα της εποχής, την Αθηναϊκή κοινωνία και τον ίδιο το Σωκράτη. Αν τους κάψουμε, είναι ένα μεγάλο κομμάτι της δημοκρατίας και της ανθρωπιάς  που θα καεί μαζί τους.
 
Αν δεν διακρίνουμε τους κινδύνους που εγκυμονεί μια χωρίς διάκριση καταδίκη της πλάνης εκείνων που προηγήθηκαν από εμάς, θα είναι «η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης»
 
Δρ. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΥΤΡΟΥΜΠΑΣ
Καθηγητής Πανεπιστημίου Λουβαίνης
Επισκέπτης Καθηγητής Πανεπιστημίου Μοντρεάλ

 

    

 

Απόψεις

Το ταξίδι στον  Νομό Έβρου είχε και δυσάρεστα απρόοπτα. Συνάντησα στην Ορεστιάδα τον ιντερνετικό μου φίλο Χρήστο. Η χαρά μεγάλη και από τις δύο πλευρές, μέχρι την...

Ενημερωτικά δελτία

Ενημερωθείτε άμεσα από την εφημερίδα μας για τις τελευταίες ειδήσεις μέσα από την ηλεκτρονική σας διεύθυνση.