Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

Τίμησαν τη μνήμη του Ευρυτάνα ήρωα Κώστα Βελή

 
Σε μια λιτή τελετή ,λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, η Δημοτική Αρχή Αγράφων τίμησε  τη μνήμη του ένδοξου Ευρυτάνα αγωνιστή Κώστα Βελήπου στις 10 Μαΐου 1821 ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης δοξάζοντας την πατρίδα του.
Τιμές απέδωσε ο Δημάρχος Αγράφων Αλέξανδρος  Καρδαμπίκης και ο Προέδρος της Τοπικής Κοινότητας Κερασοχωρίου κ. Κοσμάς ,  ενώ η επιμνημόσυνη δέηση τελέστηκε από τον εφημέριο Κερασοχωρίου πατέρα Βλάχο Βασίλειο.
 
Ο Κώστας Βελής ήταν γόνος φτωχής οικογένειας και γεννήθηκε το 1770 στο Κερασοχώρι των Αγράφων. Σταθμός στη ζωή του ήταν η μετοίκησή του στα Ιωάννινα, στην αυλή του Αλή όπου και άδραξε την ευκαιρία να προετοιμάσει τη λευτεριά.
Στα Ιωάννινα , εντυπωσίασε με τις ικανότητές του, έγινε υπασπιστής του Βελή(γιος του Αλή) και άλλαξε το επίθετο σε Βελής. Το 1815 διορίστηκε βοεβόδας της Δυτικής Μακεδονίας, με έδρα την Κοζάνη, και το 1820 αρχιγραμματέας της Θεσσαλίας, με έδρα την Καρδίτσα.
Τον Μάρτιο του 1821,στην Ελλάδα αναπτύσσεται μια δυναμική απελευθέρωσης και καταστρώνεται το σχέδιο της εξέγερσης. Ο Βελής ορίζεται ως επαναστατικός αρχηγός της Ευρυτανίας.
Τον Απρίλιο του 1821 φτάνει στο Κερασοχώρι, οργανώνει μυστικά τον Αγώνα και στις 10 Μαΐου συγκεντρώνει οπλαρχηγούς στο σπίτι του υψώνοντας τη σημαία της Επανάστασης και καλεί το λαό να πάρει τα όπλα και να αντιταχθεί στον εχθρό. 
Η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει στη Ρεντίνα στη μάχη Φωτιάνα-Αηδονοχώρι. Ύστερα από προδοσία του κοτζαμπάση Τσολάκογλου, ο Δράμαλης νίκησε τους Έλληνες και στις 15 Ιουλίου 1821 συνέλαβε τον Βελή.
Οδηγήθηκε στον πασά της Λάρισας, και στη συνέχεια τον πήγαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου βασανίστηκε φριχτά όμως δεν πρόδωσε τον αγώνα. Θανατώθηκε και το πτώμα του τεμαχίστηκε και έγινε βορά στα θηρία.
Η πολιτεία τίμησε τον Κώστα Στεργιόπουλο (το πραγματικό όνομα του Κώστα Βελή) φιλοτεχνώντας την προτομή του στο Κερασοχώρι Ευρυτανίας στις 6 Ιουλίου 1976.
Φωτογραφίες

    

 

Απόψεις

Γράφει η Γιώτα Τριανταφύλλου  Ποτάμι ο χρόνος,αναζητώ τη χαρά.Αγκαλιά, με πόδια μπλεγμένα, ξεβρασμένα θέλω κι ανάγκες,πιάστηκα στο πρώτο κλαδίπου περνούσε.Κοίταξα...