Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

Πολυχρόνης Ενεπεκίδης: Η τελευταία άνοιξη κι ο όλεθρος της Σμύρνης

Εκεί πέρα στην Ιωνία χάθηκε η Ελλάδα

Η τελευταία άνοιξη τελειώνει. Χάνεται, σβήνει το γέλιο από τα πρόσωπα των ανθρώπων, τα χαρακτηριστικά παγώνουν και η ματιά γίνεται θολή. Η τελευταία άνοιξη τελειώνει για την ελληνική Σμύρνη, κι έρχεται, πλακώνει ο όλεθρος…

Ο καθηγητής Π. Κ. Ενεπεκίδης παραθέτει μαρτυρίες γερμανόφωνων ταξιδιωτών, που είδαν και μέτρησαν το μέγεθος της συμφοράς. Κι έχουν αυτές οι μαρτυρίες ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί γίνονται από ανθρώπους αμέτοχους, ουδέτερους μπροστά στην ελληνοτουρκική υπόθεση, που το μόνο που κάνουν είναι να αντιπαραθέτουν τα δείγματα του πολιτισμού στη βαρβαρότητα.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 14.10.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Οι εικόνες που δίνουν οι ξένοι περιηγητές της εποχής είναι συνταρακτικές. Μιλούν για τις φάτσες των καμένων σπιτιών, «που έχουν κάτι από τη φρίκη του στολισμένου θανάτου». Ακούνε για κείνους που κατοικούσαν, πώς «πηδούσαν στη θάλασσα και πνίγονταν στο νερό». Και κρίνουν τη μικρή Ελλάδα και σημειώνουν πως «τον σταυρό που σήκωσε και πάλι δεν θα τον έχει άρει επί ματαίω».

[…]

Ζωηρότατη κοινωνική ζωή

Καθαρόαιμος δημοσιογράφος, ο Paul Lindau (1839-1919), αρχισυντάκτης και εκδότης πολλών γερμανικών εφημερίδων, επισκέφθηκε και παρέμεινε ακριβώς τον πρώτο χρόνο του αιώνα μας και στη Σμύρνη. Στο πολυδιασμένο βιβλίο του «Στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασίας» αφιερώνει στη Σμύρνη 60 σελίδες και τρεις ωραιότατες ολοσέλιδες φωτογραφίες από τη ζωή των δρόμων της  για την ακρίβεια η μία δείχνει το λιμάνι.

[…] Τα όσα γράφει για τη Σμύρνη αποτελούν μια πραγματική εγκυκλοπαίδεια της ζωής και της κίνησης στην ιωνική μητρόπολη με την ανατολή του αιώνα μας. Χαρακτηριστικό είναι ότι ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με τους Έλληνες, τους Αρμενίους και τους τους Εβραίους της Σμύρνης  σαν να μην υπήρχαν οι Τούρκοι. […] Προ παντός τον ενδιέφερε η κοινωνική ζωή: τα σαλόνια, οι λέσχες, τα καφενεία, κατόπιν τα θέατρα, η μουσική, οι βεγγέρες και οι αμφίβολες τόμπολες στο καφενείο του Κωστή, όπου κέρδιζε κανείς, όπως γράφει, μόνο όταν η αστυνομία ανάγκαζε αυτόν που είχε τη σακούλα με τα νούμερα να δίνει κάτι απ’ αυτά που έχαναν συνεχώς οι άλλοι. Προ παντός τον ενδιέφερε τον Lindau ο ωραιόκοσμος, που δεν τον έβρισκε όμως τόσο ωραίο όση ήταν η φήμη του. Να τι γράφει για τις γυναίκες της Σμύρνης:

«Οι γυναίκες της Σμύρνης φημίζονται στην Ανατολή για την ομορφιά τους. Δεν θα ήθελα να είμαι αγενής, αλλά δεν βρίσκω αυτήν τη φήμη εντελώς δικαιολογημένη. Ίσως η κομψότητα στο ντύσιμο της Σμυρνιάς να τύφλωσε τους κριτές και να επηρέασε την κρίση τους. Πραγματικές καλλονές σχεδόν δεν είδα, γνώρισα όμως πολλές με ευχάριστη εμφάνιση, χαριτωμένα πρόσωπα, με γελαστά μάτια, όνειρο μαλλιά και θαυμάσια δόντια, που λάμπουν πίσω από τα μισάνοιχτα χείλη με το σεμνό χαμόγελο.

Την αβίαστη χαρούμενη φυσικότητα της Σμυρνιάς τη γνώρισα προσωπικά στις διάφορες συναναστροφές και πείσθηκα για την εγκάρδια φιλοξενία τους. Η Σμύρνη φημίζεται στους κύκλους των αξιωματικών όλων των εθνών σαν ένα Ελντοράντο. Μόλις καταπλεύσει ένα πολεμικό πλοίο κινητοποιούνται χαρούμενα όλοι οι κοινωνικοί κύκλοι. Πολυτελή γεύματα, βαρκαρόλες στον κόλπο της Σμύρνης με πυροτεχνήματα, φωτοχυσία στις γόνδολες, πικ-νικ, γκάρντεν-πάρτυ και ό,τι άλλο θέλετε προς τιμήν των ξένων. Και να τα κρυφά δάκρυα όταν φύγει το πολεμικό πλοίο! Οι νέες και τα κοριτσόπουλα μένουν πιστές στους χαριτωμένους αξιωματικούς  μέχρι τη στιγμή που θα καταπλεύσει το προσεχές καράβι…

Και τώρα θα σας πω μερικά πράγματα για την κοινωνική ζωή στη Σμύρνη, η οποία είναι πολύ εξελιγμένη, αντίθετα σχεδόν προς όλες τις πόλεις της Ανατολής. Βροχή οι προσκλήσεις για τα ντινέ και τα σουπέ, τους μπάλους τους μικρούς και τους μεγάλους. Στα σαλόνια παίζουν μουσική, και μάλιστα αρκετά καλή. Φυσικά κι εδώ, όπως σε όλα τα σαλόνια της Ανατολής και της Δύσης, άκουσα και πάλι τις χαριτωμένες συνθέσεις του Μόριτς Μοσκώβσκι, που είναι τώρα ο μουσουργός της μόδας, αυτήν τη φορά όμως περιέργως όχι την αναπόφευκτη Σερενάτα του, αλλά φυσικά το άλλο του κομμάτι Με την κιθάρα και οπωσδήποτε το απαραίτητο Καπρίς εσπανιόλ. Αλλά και ο Μπραμς έχει φτάσει ως εδώ και έγινε δεκτός με τον αναγκαίο σεβασμό».

 
  

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 14.10.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ένας ποιητής ζει τα μετά την Καταστροφή

Ο Theodor Däubler (1876-1934), ένας λυρικός του εξπρεσιονισμού και δημιουργός του γιγαντιαίου έπους «Βόρειον σέλας», έζησε αρκετά χρόνια στην Ελλάδα. Από τα κατάλοιπά του δημοσιεύθηκε το 1947 στο Βερολίνο ο τόμος με τις φιλελληνικές του εντυπώσεις και παρατηρήσεις. Τον Σεπτέμβριο του 1922 έζησε στα νησιά του Αιγαίου την πρώτη πλημμύρα των προσφύγων μετά την καταστροφή της Σμύρνης. Να η προσωπική μαρτυρία του ποιητή:

«Υπήρξα μάρτυρας ενός μεγάλου γεγονότος για την Ελλάδα, τον Σεπτέμβριο του 1922. […] Φοβερές δυνάμεις της μοίρας κρατούσαν το Αρχιπέλαγο στα χέρια τους. Φθινοπωρινό αεράκι φυσούσε κανονικά πάνω από τη θάλασσα. Ό,τι πλεούμενο υπήρχε βαπόρι ή πολεμικό τραβούσε για την Ανατολή, μια ατέλειωτη νηοπομπή σ’ ευθεία γραμμή. Τραβούσαν γι’ απέναντι, για τη Μικρασία. Και τότε ακούστηκε σ’ όλες τις ακρογιαλιές της Ιωνίας τρανταχτερή κραυγή: αν υπάρχουν εδώ χριστιανοί καταδιωκόμενοι ή Έλληνες πρόσφυγες, ας έρθουν. Τους περιμένουν τ’ αδέρφια τους στην ανοιχτή αγκαλιά τους.

Επτακόσιες χιλιάδες Έλληνες πέρασαν από μαχαίρι, είπαν. Ενάμισι εκατομμύριο σώθηκαν πάνω σε καράβια, σε ιστιοφόρα, σε καΐκια. […] Ένας λαός 4 εκατομμυρίων κατόρθωσε το θαύμα να σώσει τόσα αδέρφια του από τη Μικρασία, φέρνοντάς τα κοντά του, γιατί εκεί πέρα στην Ιωνία χάθηκε η Ελλάδα.

Ωστόσο, η ευρωπαϊκή αυτή καταστροφή είχε σαν συνέπεια και την αγαθή της πλευρά. Για πρώτη φορά στην ιστορία τολμήθηκε το πείραμα με τη μετατόπιση λαϊκών μαζών να λυθούν εθνικές αντιθέσεις που μέχρι τότε φαινόντουσαν άλυτες. Όποιος σήμερα ταξιδεύει στην Ελλάδα και τη Μακεδονία μπορεί να πεισθεί ότι το πείραμα κατά μέγα μέρος πέτυχε. Όλοι οι λαοί της Ευρώπης μπορούν να παραδειγματισθούν απ’ αυτό, κι αν το μεγάλο αυτό δίδαγμα το ενστερνισθεί η οικουμένη και το κάνει πραγματικότητα, τότε η Ελλάδα, αυτή που από τότε που υπάρχει Ευρώπη κανονίζει τη μοίρα όλων μας, τον σταυρό που σήκωσε και πάλι δεν θα τον έχει άρει επί ματαίω».

 
  

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 14.10.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Η Σμύρνη του 1924: Μακάβριο θέαμα

Ο Ελβετός Carl Jacob Burckhardt (γεννήθηκε στη Βασιλεία το 1891), ιστορικός, διπλωμάτης, απεσταλμένος της Κοινωνίας των Εθνών στο Ντάντσιγκ το 1937-39 και πρόεδρος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού το 1939-1948, βρέθηκε το 1924 στη Σμύρνη για να ζήσει το μακάβριο θέαμα της ολοκληρωμένης καταστροφής της. Σ’ ένα τομίδιο γραμμένο με πολλή ευαισθησία, μας γράφει τις εντυπώσεις του μια πραγματική εικόνα της Αποκαλύψεως με βαθυστόχαστες σκέψεις για το νόημα της συμφοράς και το άσχημο παιγνίδι της μοίρας. Μ’ αυτό το κείμενο κλείνουμε τη σειρά των ξένων μαρτυριών για τη Σμύρνη:

«Ο δρόμος της καταστροφής περνάει από το Ικόνιο στη θάλασσα, η Σμύρνη είναι ο τελευταίος σταθμός του ολέθρου. Από το κατάφορτο με εμπορεύματα λιμάνι δείχνει η πόλη σαν να είναι η πύλη της ευδαιμονίας που οδηγεί σε μια πλούσια, καρποφόρα χώρα. Ωστόσο, οι λαμπερές φάτσες των καμένων σπιτιών, που ζώνουν σε ημικύκλιο τον ευρύ όρμο της Σμύρνης, έχουν, όσο τις πλησιάζει κανείς, κάτι από τη φρίκη του στολισμένου θανάτου. Σχεδόν όλα τα σπίτια υψώνονται ακόμη σκελετωμένα, με τις κολόνες των εισόδων τους και τις καμένες πόρτες, απ’ όπου οι πλούσιοι ένοικοι όρμησαν προς τα έξω με κραυγές τη μέρα της καταστροφής, καθώς ο άνεμος της στεριάς έσπρωχνε τα κύματα της φωτιάς προς τα σπίτια τους. Κι έτρεχαν, έτρεχαν από το Και (σ.σ. προκυμαία της Σμύρνης), ανάμεσα κι απ’ του πολέμου τη φωτιά, και πίσω τους της πυρκαϊάς το κύμα κι εμπρός η θάλασσα. Σ’ αυτής τα νερά πηδούσαν αρχόντοι και πραματευτάδες με τις λουσάτες γυναίκες τους και τα παιδιά τους με τα μεγάλα τρομαγμένα μάτια. Πηδούσαν στη θάλασσα σαν τα ζώα που τα κυνηγάει η φωτιά και ζητούν σωτηρία και πνίγονται στο νερό, η μάνα μακριά από το παιδί, απελπισμένοι κι οι δυο, χαμένοι μέσα στου κακού την κόλαση, έχοντας από πίσω το τουφεκίδι και μπροστά τ’ ασάλευτα θωρηκτά, που αρνιόντουσαν σχεδόν πάντα να τους τραβήξουν πάνω, ενώ από μερικά καταστρώματα ακουγόταν χορευτική μουσική».

[…]

 
  

Οι ανωτέρω μαρτυρίες γερμανόφωνων ταξιδιωτών, μαζί με το εισαγωγικό κείμενο, προέρχονται από δημοσίευμα της εφημερίδας «Το Βήμα» για τη Σμύρνη την ελληνική Σμύρνη  των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα. Συντάκτης του πολύ ενδιαφέροντος αυτού άρθρου-ιστορήματος ήταν ο ιστορικός, πανεπιστημιακός και συγγραφέας Πολυχρόνης Ενεπεκίδης. Το άρθρο, που έφερε τον τίτλο «Πίσω η φωτιά, μπροστά η θάλασσα», είχε δημοσιευτεί την Κυριακή 14 Οκτωβρίου 1979.

Ο Πολυχρόνης Ενεπεκίδης γεννήθηκε στην Αμισό (Σαμψούντα) του Πόντου στις 12 Ιουνίου 1917 και απεβίωσε στη Βιέννη στις 12 Οκτωβρίου 2014.

 
  

Στο τέλος του άρθρου του, μετά την παράθεση των μαρτυριών για τη Σμύρνη, ο Ενεπεκίδης, τότε καθηγητής του Πανεπιστημίου της Βιέννης, έγραφε τα εξής:

 
  

«Μιλήσαμε για τη Σμύρνη κι εννοούσαμε όλη τη Μικρασία. Πήραμε ένα κομμάτι της από κείνα που είναι κοντά στην καρδιά, αλλά σκεφτήκαμε όλες τις Σμύρνες κι όλες τις Πόλεις κι όλες τις Τραπεζούντες και τις Θράκες, γιατί όλες είναι οι διαφορετικές όψεις της ίδιας πατρίδας, της πανάρχαιας Ιωνίας και της Θράκης και του Πόντου  της αιώνιας μικρασιατικής πατρίδας».

ΠΗΓΗ ΙΝ.GR