Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

«Η μάχη του Αετού Υπάτης»

Γράφει η Ευαγγελία Δημοπούλου,
Ιστορικός - Αρχαιολόγος

 

Η επανάσταση μετά τη μάχη στο Χάνι της Γραβιάς εδραιώνεται στην ευρύτερη περιοχή και η αποτυχία της κατάληψης από τους Οθωμανούς της περιοχής της Γκιώνας την οποία υπερασπιζόταν ο Γιάννης Γκούρας, τους κάνει να στρέψουν το βλέμμα τους στη Στερεά, αναβάλλοντάς το αρχικό τους σχέδιο, δηλαδή την κάθοδό τους στην Πελοπόννησο. Οι εμπειροπόλεμοι οπλαρχηγοί αντιλήφθηκαν εγκαίρως τις προθέσεις των Οθωμανών και την αλλαγή των σχεδίων του Ομέρ Βρυώνη.

Έτσι, οι οπλαρχηγοί αποφασίζουν να διασπάσουν τις δυνάμεις τους με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο μαζί με τον Δυοβουνιώτη, τον Αθανάσιο Μανίκα και δύναμη 2000 αντρών να καταλαμβάνουν τη θέση Καστράκι, μεταξύ Γραβιάς και Δρυμαίας, για να εμποδίσουν το πέρασμα των Οθωμανών στη Βοιωτία, ενώ οι υπόλοιποι οπλαρχηγοί με 1200 άτομα, αποφασίστηκε να επιτεθούν πάλι στο Πατρατζίκι (Υπάτη) για αντιπερισπασμό.

Η επίθεση στα νώτα τους θα ανάγκαζε τους Οθωμανούς να επιστρέψουν στο κάστρο του Ζητουνίου (Λαμία), αφήνοντας έτσι ελεύθερο το πέρασμα των Θερμοπυλών, γιατί η ενδεχόμενη κατάληψη της Υπάτης θα έθετε σε κίνδυνο το  πέρασμα αυτό, αφού οι Οθωμανοί θα αναγκαζόταν να γυρίσουν πίσω στη Λαμία, πριν να αποκοπεί η διάβαση των Θερμοπυλών και κατ΄επέκταση η διάβαση για τη νότια Ελλάδα.

Έτσι, οπλαρχηγοί Γκούρας, Σκαλτσοδήμος (Δήμος Σκαλτσάς) και Σαφάκας με 1200 άνδρες, στα μέσα Μάιου του 1821 συγκεντρώθηκαν στον Αετό, βουνοκορφή στα βορειοδυτικά της Οίτης, ανάμεσα στα χωριά Νεοχώρι και Καστανιά, κάνοντας τις κατάλληλες προετοιμασίες για τη μάχη.

Ο Γκούρας και ο  Σκαλτσάς τοποθέτησαν τις δυνάμεις τους στα υψώματα του Αετού, ενώ ο Σαφάκας στην περιοχή Πάθενα, λίγο πιο πίσω.

Παράλληλα, είχαν έλθει σε συνεννόηση με τον οπλαρχηγό της Υπάτης Μήτσο Κοντογιάννη, που βρισκόταν στο Μοναστήρι του Αγάθωνα, πως θα έκαναν επίθεση στην Υπάτη, για να συνδράμει στην προσπάθεια, αλλά εκείνος επέλεξε να απέχει.

Οι περίπου 1500 Τουρκαλβανοί της Υπάτης θέλοντας να προλάβουν τους οπλαρχηγούς εκστρατεύουν την νύκτα με επικεφαλής τον διοικητή του Πατρατζικιού, Τελεχά Φέζον, ο οποίος ήταν συγγενής του Αλή Πασά.

Η κίνηση των Τουρκαλβανών είχε ως αποτέλεσμα, ο Γκούρας και ο Σκαλτσοδήμος να περικυκλωθούν την αυγή.

Οι άντρες του Σκαλτσά ξαφνιάστηκαν και έφυγαν από τις θέσεις τους, ενώ ο ίδιος που έμεινε μόνο με δέκα άντρες, συνενώθηκε με τις δυνάμεις του Γκούρα οι οποίοι με ψυχραιμία αμύνονταν.

Η μάχη όμως ήταν άνιση, αφού οι Τουρκαλβανοί είχαν αριθμητική υπεροχή με αποτέλεσμα  οι Έλληνες να αναγκαστούν να οπισθοχωρήσουν μέσα στη χαράδρα.

Τότε, ο Σαφάκας επιτέθηκε από τα νότια με τις δυνάμεις του και οι Τουρκαλβανοί, αναγκάστηκαν να αμύνονται σε δύο μέτωπα.

Η μάχη, που ήταν πολύ σκληρή και κράτησε όλη τη μέρα, μόνο όταν νύχτωσε έγινε κατάπαυση του πυρός.

Οι Τουρκαλβανοί αποφάσισαν  να γυρίσουν στο Πατρατζίκι, φοβούμενοι πως μέσα στη νύκτα μπορούσαν να περικυκλωθούν από τον εχθρό, αφού δεν γνώριζαν τις  πραγματικές  δυνάμεις  των Ελλήνων, μετά από την απρόσμενη επίθεση του Σαφάκα.

Η εσπευσμένη φυγή των Τουρκαλβανών άφησε πίσω της αξιόλογο πολεμικό υλικό, που ενίσχυσε τις ελληνικές δυνάμεις, άλλωστε ήταν ο πιο συνηθισμένος τρόπος ανατροφοδότησης τους , αφού οι Έλληνες δεν είχαν τακτικό στρατό.

Ομοίως και οι Έλληνες, που παρόλο κατά τη διάρκεια της ημέρας έμειναν ανυποχώρητοι στις θέσεις του, προβληματίστηκαν για τον ίδιο λόγο.

Θεώρησαν πως οι Τουρκαλβανοί θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν το σκοτάδι  και να επιχειρήσουν να τους περικυκλώσουν αποκόπτοντας  τις διεξόδους προς το Νεοχώρι και το Μακρυκάμπι.
Ιδιαίτερη μνεία οφείλουμε να κάνουμε στην επίθεση του Σαφάκα, αφού τους προστάτεψε από τα νότια, και επέτρεψε στις ελληνικές δυνάμεις να γλιτώσουν τον βέβαιο αποκλεισμό και να αποφύγουν την εξόντωση.

 Έτσι, οι Έλληνες οπλαρχηγοί αποφασίζουν να εγκαταλείψουν τη θέση και την προσπάθεια κατάληψης της Υπάτης με τις απώλειες των Ελλήνων να είναι ελάχιστες, αφού μόνο 12 Έλληνες σκοτώθηκαν, ενώ οι σκοτωμένοι και πληγωμένοι του αντίπαλου στρατοπέδου  υπολογίζονται στους 200.

Μετά τη μάχη, ο Σκαλτσάς και ο Σαφάκας μετέβησαν μαζί με τους τραυματίες στο Μακρυκάμπι, στο οροπέδιο το οποίο αποτέλεσε ορμητήριο για όλες τις επιχειρήσεις που έγιναν στην περιοχή.

Η κατάληψη του σημαντικού κάστρου της Υπάτης μπορεί να απετράπει για δεύτερη φορά, αλλά οι Στερεοελλαδίτες οπλαρχηγοί και μαχητές έδειξαν περίσσια αποθέματα θάρρους, αφού δε δίστασαν να συγκρουστούν με τον στρατό μιας αυτοκρατορίας, ανυποχώρητοι.

 

Φωτογραφίες

    

 

Απόψεις

Γράφει ο Χ.Τ. ο Βιτ’λιώτης13/04/2024Ελλάς Ελλήνων αχταρμάςΧώρα της προσωπίδαςΜ’ όλα τα φρούτα τις ψευτιάςΈμποροι της ελπίδας.--Η ψευτιά και το …μπουγέλοΈχουν μέλι στο...