ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ: Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1848 ΜΕ ΤΗ ΓΡΑΦΙΔΑ ΤΟΥ ΔΗΜ. ΦΩΤΙΑΔΗ ΣΤΗ ΡΟΥΜΕΛΗ.
Γράφει o Νίκος Ταξ. Δαβανέλλος.
Ο Δημήτρης Φωτιάδης
Οι φιλελεύθεροι αξιωματικοί, που είχαν βρει καταφύγιο στην Τουρκία δεν δέχτηκαν την αμνηστία που τους δόθηκε. Είχαν ξεσηκωθεί ενάντια στην παραβίαση του Συντάγματος, και το Σύνταγμα δεν είχε αποκατασταθεί – η καμαρίλα και η παράνομη βουλή εξακολούθαγαν να ρυθμίζουν τις τύχες του έθνους. Οι εξεγέρσεις στην Ευρώπη τους χάριζαν τώρα καινούργια φτερά. Άρχισαν λοιπόν, να οργανώνονται πέρα από τα σύνορά μας. Οι Τούρκοι, λογαριάζοντας πως συμφέρον τους ήταν να τρώγονται οι Ρωμιοί, δεν τους πείραζαν. Ούτε όμως και τους βοήθησαν. Σε λίγο, τα αρματωμένα τμήματα πέρασαν την περίφημη στα τότες σύνορα μας διάβαση Ντερβέν Φούρκα. Και στις 9 του Απρίλη, ο αντισυνταγματάρχης Βελέτζας με διακούσιους νοματαίους μπαίνει στη Φωκίδα και πιάνοντας το χωριό Σούρπη βγάζει τούτη δω την προκήρυξη:
Συμπολίτες Έλληνες,
Και σήμερα παρουσιάζομαι εις το μέσον σας να χύσω μαζί σας
και τας τελευταίας ρανίδας του αίματός μου εάν παρουσιασθή
ανάγκη δια την υπεράσπισιν των καταπατουμένων τέσσερα έτη
ελευθεριών μας, πολιτικών δικαιωμάτων και θυσιών μας. Μην υποφέρετε πλέον να καταστρέφεται το
έθνος και να υποδουλώνεται με δάνεια, τα οποία το τετραετές
σατανικόν σύστημα μεταχείρίζεται εις το να διαφθείρη των
Ιουδαίων τας δυσεβείς ψυχάς δια να το υποστηρίζωσι (1). Μην
υπομένετε να αντιπροσωπεύεσθε από βίαιους βουλευτάς των
οποίων την αυθαίρετον και καταδυναστικήν εκλογήν από κάθε
άλλον καλύτερα υμείς γνωρίζετε, μην υπομένετε να καταπατώνται
ο νόμος και η δικαιοσύνη και να σπαταλώνται οι αγώνες σας, το
αίμα σας και αι θυσίαι σας. Κινηθήτε κατά του τυραννικού συστήματος
και ο Θεός θέλει είσθαι μεθ’ ημών, ζητούντων την υποστήριξιν του
συντάγνατος και των νόμων, εν ω δια του Συντάγματος απετινάξαμεν
την Βαυαροκρατίαν αύτη εισέτι επενεργεί. Σεις είσθε εκείνοι οίτινες
εδώκατε το παράδειγμα εις τα άλλα έθνη (2), και τώρα εν ω έχετε τόσα
παραδείγματα μη κοιμάσθε.
Συναχθήτε όλοι, αδλφοί, και με εν κίνημα κατά της αυθαιρεσίας και
τυραννίας ας σώσωμεν την δεινοπάσχουσαν και κινδυνεύουσαν πατρίδα.
Εν Σούρπη τη 12η Απριλίου1848
Ο Συμπολίτης σας Ι. Βελέτζας.
Στις 13 του ίδιου μήνα, πεντακόσιοι αντάρτες με αρχηγούς τους αυτοεξορίστους αξιωματικούς – τον αντισυνταγματάρχη Παπακώστα Τζαμάλα, τον ταγματάρχη Ευάγγελο Κοντογιάννη, το ταγματάρχη Β. Μπαλατσό και τον Ταρκατζίκη, όλοι παλιοί καπεταναίοι του μεγάλου αγώνα – μπαίνουν κι αυτοί στο Ελληνικό στέλνοντας τούτο δω το γράμμα στο νομάρχη Λιδωρίκη στη Λαμία.
Δερβένι Φούρκα 15 Απριλίου 1848
Αδελφέ!
Η μη διάλυσις της παρανόμου Βουλής, η καταπάτησις του Συντάγματος, η μη
άθαρσις των εν τω Παλατίω βδελυρών όντων και η εξακολούθησις εν γένει
του συστήματος του πρώην καταστρεπτικού Υπουργείου (3) εστεναχώρησαν όλον
το έθνος και ημάς αυτούς να κινηθώμεν άπαντες και εξαιτήσωμεν παρά της Α.Μ.
του σεβαστού ημών βασιλέως την γενικήν διόρθωσιν των πραγμάτων του έθνους.
Όθεν μη ξιπασθήτε διά το κίνημά μας αλλ’ ησυχάσετε και κανείς δεν σας ενοχλεί εις το παραμικρόν ούτε άλλον τινά πολίτην. Αι αρχαί μας είναι διά το καλόν και όχι διά το κακόν.
Διά του εσωκλείστου γράφομεν προς τον Βελέτζαν διά να μη εισέλθη εις Λαμίαν αλλά να
διευθυνθή εις άλλο μέρος.
Σας ασπαζόμεθα ως αδελφοί σας
Ευαγ. Κοντογιάννης, Παπακώστας Τζαμάλας
Θ. Μπαλατσός, Δ. Ταρκατζίκης.
Καθώς βλέπεις, μοναδικός σκοπός τους ήταν η πολιτική αλλαγή- ο σεβασμός του Συντάγματος, και όχι η εκθρόνιση του Όθωνα είτε η μεταβολή του πολιτεύματος. Μ’ άλλα λόγια, κατέχονται και αυτοί από τη μόνιμη τότε ψευδαίσθηση πως αποκλειστικά τα πρόσωπα κι όχι οι θεσμοί φταίγανε για τη δυστυχία του τόπου.
Πλάϊ στις πρώτες αυτές δυνάμεις τρέξανε να πάρουνε μέρος πολλοί χωριάτες κι έτσι ο αντάρτικος απελευτερικός στρατός δεν άργησε να φτάσει στις τρεις χιλιάδες. Κύλισαν προς τα κάτω, πιάνοντας το Λιανοκλάδι, την Άμφισσα, το Χρισό, τους Δελφούς, την Αράχωβα και στη βορεινή μεριά του Μαλιακού κόλπου τη Στυλίδα.
Όταν η είδηση της εισβολής και της εξέγερσης έφτασε στην Αθήνα, γέμισε ελπίδες το λαό και φόβο το παλάτι. Ο «Αιώνας» γράφει πως την ευθύνη για τον καινούργιο αυτόν εμφύλιο πόλεμο την φέρνει το κωλετικό σύστημα, που εξακολουθεί να κυβερνάϊ τον τόπο κι ας πέθανε ο αρχηγός του, «το οποίον ουδέν ιερόν εσεβάσθη, πάντοτε αντιπολεμούν την μεταβολήν της 3 Σεπτεμβρίου και το εθνικόν πνεύμα» (4)
Η καμαρίλα κι η κυβέρνηση, γυρεύοντας να θολώσουν τα νερά, κατηγοράνε τους ηγέτες αξιωματικούς του κινήματος πως γίνηκαν όργανα των Τούρκων και μπήκανε στην Ελλάδα έχοντας κάτω από τις διαταγές τους όχι Έλληνες παρά Τούρκους πολεμιστές. Γι’ αυτό και τους ονόμαζαν «τουρκουαποστάτες» και «τουρκοεπαναστάτες».
Η «Αθηνά», η εφημερίδα του αγγλόφιλου κόμματος του Μαυροκορδάτου, που ως τότες αντιπολιτευόταν την κυβέρνηση, τώρα, μπροστά στον κίνδυνο μιας δυναμικής αλλαγής μ’ άγνωστες κι επικίνδυνες για το καθεστώς συνέπειες, δέχεται την επίσημη άποψη πως το κίνημα είναι οργανωμένο.
«από τους άσπονδους εχθρούς μας προς την εξαφάνησιν της ελληνικής
εθνικότητος, προς καταστροφήν της πολιτικής μας υπάρξεως και αυτονομίας» (5).
Η «Ελπίδα», όμως παλικαρίσια αποστομώνει τούτη τη συκοφαντία:
«Οι εκτός της επικρατείας καταφυγόντες αφού συνεννοήθησαν και συσκεφθέντες
απεφάσισαν να εισβάλωσι μετά ενόπλου δυνάμεως εκ χριστιανών και όχι, ως
εσφαλμένως γράφει η υπουργική προκήρυξις, εξ οθωμανών συγκειμένη» (6)
Oι πρώτες επιτυχίες των ξεσηκωμένον αλάφιασαν την κυβέρνηση και το παλάτι. Αν με την ίδια ορμή προχώραγαν προς τα κάτω, στρατολογώντας όλους τους δυσαρεστημένους, ίσως να πετύχαιναν το σκοπό τους. Δίστασαν όμως, χασομέρησαν κι έτσι, χάνοντας το στοιχείο του αιφνιδιασμού, δώσανε καιρό στην κυβέρνηση να συγκεντρώσει τις δυνάμεις της.
Αρχηγούς στα βασιλικά στρατεύματα βάλανε τον υποστράτηγο Ιωάννη Γκούρα-Μαμούρη, που τόσο θλιβερό ρόλο έπαιξε στη δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσουστην Ακρόπολη το 1825, τον στρατηγό κι υπασπιστή του Όθωνα πιστό παλατιανό Γαρδικιώτη Γρίβα, τον αντισυνταγματάρχη Ι. Κλίμακα και τον Ι. Φαρμάκη. Για να πάρεις μια ιδέα τι ιδεολόγοι άνθρωποι ήταν τούτοι οι αρχηγοί που θα υπερασπίζανε από τους «τουρκοεπαναστάτες» άκου τι ανιστοράει ο ανθυπολοχαγός της φάλαγγας Κ. Βελεφάντης που τύπωσε το 1851 στη Μάλτα.
«Τελειωθείσης της εν Παλαιωρίω μάχης και δαλύσεως των αποστατών και επιστρέφοντος
του Γαρδικιώτου εις Θήβας, εχρησίμευσα και πάλιν εις τας καταστρώσεις των εξόδων της εθνοφυλακής. Τότε ο περιώνυμος Πετρίδης με λέγει μυστικώς, Βλεφάντη μου, πρέπει να ωφελήσωμεν τώρα και τον Γαρδικιώτην, πρέπει να καταστρώσης ένα κατάλογον από πεντήκοντα ονόματα ανύπαρκτα ότι δήθεν τα είχες υπό την οδηγίαν σου και τον τρίμηνον μισθόν των να τον λάβη ο αρχηγός».
Κι ο Βουλεφάντης λέει πως με «τρέμοντα κάλαμον» έφτιασε την κατάσταση κι ο μεγαλόσχημιος υπασπιστής του βασιλιά βούτηξε τους μισθούς των ανυπάρκτων μισθοφόρων.
Οι αντάρτες κέρδισαν την πρώτη μάχη που δόθηκε στο χωριό Σαραμουσακλή, ανάμεσα σ’ αυτούς και στα κυβερνητικά στρατεύματα. Ο ίδιος ο Μαμούρης, πηγαίνοντας να ενισχύσει τη φρουρά της Λαμίας, παραλίγο να πιαστεί αιχμάλωτος στη Στυλίδα κι αναγκάστηκε, για να γλιτώσει, να παρατήσει τα δυο κανόνια του κάμπου που έσερνε μαζί του και τους 120 νοματαίους που τον ακολουθούσαν να διαβεί από κακοτράχαλα περάσματα.
Με την κάθε ημέρα που περνούσε, η θέση των κυβερνητικών όλο και δυνάμωνε. Με την τρομοκρατία και το μπόλικο χρήμα που ξόδευαν στρατολογούσαν χωρικούς της Λιβαδειάς, της Θήβας, και της Εύβοιας. Και φυσικά στις τάξεις των κυβερνητικών στρατευμάτων έτρεξαν να μπουν, με μεγάλη μάλιστα προθυμία, όσοι έχουν για ιδανικό το πλιάτσικο. Απ’ όπου πέρναγαν τα ασκέρια του «νόμου και της τάξης», θρήνος κι οδυρμός ακολουθούσε. Τίποτα δεν άφηναν στους δύστυχους χωριάτες, από κότες και γίδια ως τα λιγοστά συγύρια τους. Αντίθετη συμπεριφορά φανέρωσαν οι αντάρτες. Κι αυτή ακόμα η εχθρική γι’ αυτούς «Αθηνά» ομολογάει πως ό, τι παίρνανε από τους χωριάτες το πλέρωναν. Μα κι ο Μακρυγιάννης, αφού παραδεχτεί πως οι αντάρτες «κατάχρησιν δεν κάναν», να τι γράφει για τα κατορθώματα του κυβερνητικού στρατού:
«Κι έπαθαν οι επαρχίες από τα βασιλικά στρατεύματα, όπου αφανίστηκαν οι
δυστυχισμένοι κάτοικοι. Κι οι χάψες του Κράτους ξαναγιόμωσαν οπίσου και είναι
γιομάτες ως την σήμερον. Και οι αρχηγοί των βασιλικών στρατευμάτων θησαύρισαν»
Μην έχοντας η εξουσία ν’ αντιτάξει κανένα ιδανικό στους αντάρτες που πολεμάνε για τις πολιτικές ελευθερίες του τόπου, μεταχειρίζεται, καθώς είπαμε και πιο πριν, τη συκοφαντία. Διαλαλούσε πως ο αγώνας ήταν υπέρ «πίστεως»! Αναμασάνε αδιάκοπα τα παραμύθια πως κάτω από τις προσταγές των τιμίων αξιωματικών του απελευθερωτικού κινήματος δεν πολεμάνε Έλληνες παρά Τούρκοι. Η κυβερνητική εφημερίδα «Φίλος του λαού» (κρίμα τ’ όνομα) γράφει:
«Οι άπιστοι έβαψαν το ελληνικόν έδαφος με αδελφικόν αίμα. Οι Τούρκοι παμπληθείς
εισέβαλαν εις το Ελληνικόν κράτος υπό τας σημαίας των ληστανταρτών Βελέτζα,
Βαλατζού κλπ. Ο δε εκραγείς εμφύλιος πόλεμος κατήντησεν ήδη πόλεμος της
ημισελίνου κατά του τιμίου σταυρού».
Η «Καρτερία» θαρρετά χτυπάει τούτο το ψέμα, που πάνω σ’ αυτό στηρίζουνται κυβέρνηση και παλάτι για να εξοντώσουν τους αντάρτες:
«Όλος ο κόσμος εν τοσούτω λέγει ότι είναι ψεύδος η περί Τούρκων διαφημισίς σας και
ότι οι περί τον Βελέτζαν είναι όλοι Έλληνες τινές μεταξύ αυτών είναι εκ των επαρχιών,
χωριάτες της Θεσσαλίας,. Εάν εννοείτε τους Έλληνας των υποδουλωμένων επαρχιών
Τούρκους, τότε σας αφήνωμεν να κηρύττητε ό, τι θέλετε. Δεν ηδυνάμεθα όμως
πιστεύσωμεν ότι η εξουσία ήθελε παραδεχθή εις τας εγκυκλίους της το ψευδές
τούτο κήρυγμα κολάκων αυτής και ότι ήθελε χαρακτηρίση τον εμφύλιο πόλεμον
αγώνα ι ε ρ ό ν υ π έ ρ π ί σ τ ε ω ς !
Κι η «Ελπίδα», μπροστά στ’ αδερφικό αίμα που χύνεται, εκφράζοντας, καθώς στέκεται φανερό, την πλειοψηφία της κοινής γνώμης, κάνει τούτη δω τη θερμή έκκληση να σταματήσει ο εμφύλιος:
«Είτε αντάρται φονεύονται είτε στρατιώται της κυβερνήσεως είναι αδελφοί μας. Και
είτε τα στρατεύματα της κυβερνήσεως νικήσωσιν, είτε υπό των ανταρτών νικηθώσιν,
η πατρίς θέλει υποφέρει. Ακούσατε την φωνήν της φρονήσεως και όχι τα πάθη
τυφλωμένων ανθρώπων ζητούντων αίμα δια να κορέσωσιν αυτά. Λυπηθήτε τας χήρας
και τα ορφανά των φονευμένων. Είναι αδελφοί μας»
Η κυβέρνηση όμως κι η καμαρίλα, διαθέτοντας πια τριπλάσιες δυνάμεις από τους αντάρτες- εννιά χιλιάδες στρατό μαζί με τους άταχτους- εννοούν να συντρίψουν δυναμικά την επανάσταση, αδιαφορώντας για το αίμα που θα χυθεί. Και τούτη τη φορά ο Όθωνας φανέρωσε τη σύμφωνη με το χαρακτήρα του δραστηριότητα. Έβαλε, δηλαδή, τον καθολικό παπά του παλατιού Άρνετ…να παρακαλάει το θεό να μη νικήσουν οι αντάρτες.
Από τη Ρούμελη η σπίθα της εξέγερσης πέρασε στο Μοριά στις 2 του Απρίλη 1848...
ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΩΤΙΑΔΗ, (1898-1988) «ΟΘΩΝΑΣ, Η ΕΞΩΣΗ» Εκδοτικός Οίκος Σ.Ι.Ζαχαρόπουλος,1988
1. Ίσως να εννοεί τους Εβραίους τραπεζίτες Ρότσιλντ, τους μεσίτες του δανείου των εξήντα εκατομμυρίων χρυσών φράγκων, που διεύθυναν τότες από τα παρασκήνια την οικονομική ζωή του τόπου.
2. Εννοεί την επανάσταση της 3 Σεπτεμβρίου 1843, που κατήργησε τη μοναρχία και καθιέρωσε το συνταγματικό πολίτευμα.
3. Του Κωλέτη.
4. «Αιών» αριθ. 863-16-4-1848
5. «Αθηνά» αριθ. 1490- 22-4-1848
6. «Ελπίς» αριθ. 455- 21-4-1848