Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

ΘΕΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ. Η ΔΙΚΗ ΣΤΗ ΛΑΜΙΑ - Η ΜΝΗΜΕΙΩΔΗΣ ΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ.

Γράφει ο Νίκος Ταξ. Δαβανέλλος.

 

   Μετά τη θαρραλέα απολογία του κατηγορουμένου, το λόγο έλαβε ο πρώτος συνήγορός τους, νεαρός τότε δικηγόρος, Γεώργιος Παπανδρέου, εγκαινιάσας με την μνημειώδη αγόρευσή του τους αγώνες του για τη δημοκρατία.

   Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του, «Η πρώτη Δημοκρατία», ο δημοσιογράφος και πρώην βουλευτλης κ. Ηλίας Μπρεδήμας λέγει ότι «η αγόρευση του νεαρού δικηγόρου εχαρακτηρίσθη από ομόφρονας και αντιπάλους, δημοσθένεια, αποδειχθέντος έκτοτε ως μεγάλου αρχιτέκτονος του λόγου, κατακρημνίσαντος ένα προς ένα τα υλικά του οικοδομήματος της κατηγορίας και θεμελιώσαντος επί στερεών βάσεων το οικοδόμημα της υπερασπίσεως της δημοκρατίας».

    «Ευχαριστώ, είπε, αρχόμενος του λόγου του ο Παπανδρέου, την αγαθήν τύχην, εις την οποίαν οφείλεται η ανανέωσις της εντολής εκ μέρους των ότι οι κατηγορούμενοι ίλων κατηγορουμένων. Τοιουτοτρόπως μου παρεσχέθη η ευκαιρία να ικανοποιήσω την ζωηράν επιθυμίαν του κυρίου εισαγγελέως, την οποίαν εξέφρασε κατά την απουσία μας. Να του παράσχω ακάλυπτα τα στήθη ενός εκ των συνηγόρων δια να δοκιμάση επάνω εις αυτάτα ιοβόλα βέλη της φαρέτρας του…

   Αλλά ο κύριος εισαγγελεύς αδικεί εαυτόν. Επειδή ονομάζει την πνευματικήν πανοπλίαν του φαρέτραν και βέλη, δηλαδή, την τοποθετεί εις μίαν εποχήν πολύ μακρυνήν, εις την παλαιάν εποχήν του Τρωϊκού πολέμου. Ενώ ημείς, οι οποίοι παρηκολουθήσαμεν την διαδικασίαν, εσχηματίσαμεν την πεποίθησιν, ότι η πνευματική του εξάρτησις ανήκει εις μίαν εποχήν πολύ μεταγενεστέραν. Ανήκει εις τον μεσαίωνα. Επειδή η κατηγορία επανέφερεν εδώ, έπειτα από αιώνας, την αρχήν του οικογενειακού αδικήματος, επικαλέσθη την θεωρίαν του γενικού δόλου. Και όπως εις τους πρωτόγονους λαούς, το αδίκημα του ατόμουήτο δυνατόν να επιφέρη ποινήν και εις την οικογένειαν και την πατρυάν και εις την φυλήν, τοιουτοτρόπως και η κατηγορία σήμερον επικαλέσθη αδικήματα, υποθετικά και αόριστα ή μελών οικογενειών κατηγορουμένων ή μελών του κόμματος των Φιλελευθέρων, δια να συμπεράνη ότι οι κατηγορούμενοι είναι ένοχοι. Τοιουτοτρόπως όμως ο κύριος εισαγγελεύς μεταβάλλει την νόμιμον δικαστικήν δίωξιν εις άγριον διωγμόν και των προσώπων και της Ιδέας, ακολουθεί τακτικήν ιεράς εξετάσεως και προσπαθεί ακόμη με υπαινιγμούς αορίστους να σπιλώση και την πολιτικήν και την τιμήν. Του απαντώμεν λοιπόν. Απαντώμεν, όπως άλλοτε είχε απαντήσει ο Γαμβέτας, απευθυνόμενος προς τον εισαγγελέα της Γαλλικής Μοναρχίας, όταν και τότε κατεδιώκετο η ιδέα της Δημοκρατίας και η ελευθερία της σκέψεως. «Ημπορείτε να μας κτυπήσετε. Αλλά δεν ημπορείτε ποτέ ούτε να μας ατιμάσετε ούτε να μας νικήσετε».

   Αλλά ηκούσαμεν, μέσα εις την αίθουσαν αυτήν της Δικαιοσύνης, μέσα εις τον ιερόν αυτό του ναού της Θέμιδος, ηκούσαμεν ότι την ζωήν την κυβερνά το συμφέρον. Και την πολιτικήν και την κοινωνίαν και την οικογένειαν. Ματαίως, λοιπόν, κατήλθεν εις την Γην, ματαίως ενηνθρωπίσθη, ματαίως εσταυρώθη ο Ναζωραίος. Και το κήρυγμα της αγάπης εσκορπίσθη εις τους ανέμους χωρίς ηχώ.

   ΓΕΡΑΚΑΡΗΣ: O Ναζωραίος ήτο Θεός, δεν ήτο άνθρωπος. Μη κατεβάζετε τους Θεούς.

   ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Ήτο Θεάνθρωπος…

   ΓΕΡΑΚΑΡΗΣ: Η διδασκαλία του ήτο δια τους Θεούς.

   ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Αλλ’ αν επρόκειτο η διδασκαλία να αφορά τους Θεούς, τότε διατί να κατέβη εις την γην;(Ακράτητα γέλια στο ακροτήριο)

   ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (κρούων συνεχώς τον κώδωνα) Νάτα μας. Μόνο τα χειροκροτήμτα μας λείπουν τώρα.

   ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Ενθυμούμαι και εις την Γερμανίαν, προ του πολέμου, εδιδάσκοντο παρόμοια πράγματα.  Η Βία ετίθετο υπεράνω του Δικαίου. «Ημείς οι Γερμανοί, ωμολόγει κάποτε με ειλικρίνεια ο Μπέρτμαν Χόλβεγκ, τρέφομεν ακόπμη την απολϊκήν πίστιν προς την βίαν και δεν γνωρίζομεν ότι εκείνο το οποίον κατακτά η βία, ημπορεί να διατηρήση μόνον ο πολιτισμός». Αλλά ήλθεν ο παγκόσμιος πόλεμος, ήλθεν η σημερινή Γερμανική Δημοκρατία, δια να καταλύση ακόμη και εις τον τόπον της την ανήθικον αυτήν αρχήν της βαναύσου βίας και του συμφέροντος. Και υμνηταί της υπελείφθησαν μόνον εις την Ελλάδα. «Την ζωήν, λοιπόν, κυβερνά το συμφέρον». Αλλά τότε διατί μάχονται λοιπόν οι γενναίοι εις το μέτωπον; Και πως θα ήτο δυνατόν τότε να υπάρχη και ο δημόσιος και  κοινωνικός και οικογενειακός βίος; Και προπαντός, πως θα ήτο δυνατόν να υπάρχει Δικαιοσύνη; Όχι, κύριε εισαγγελεύ. Το κήρυγμα του συμφέροντος ημπορεί να είναι επίγραμμα δια την περίοδον της πολιτικής παρακμής την οποίαν διερχόμεθα. Αλλά είναι και επίσης και υπονόμευσις και ανατροπή της ηθικής τάξεως. Την ζωήν κυβερνα βεβαίως και το συμφέρον. Δεν είμεθα ημείς εκτός του κόσμου τούτου, ώστε να παραγνωρίζωμεν τας ανθρωπίνους αδυναμίας. Αλλά την κυβερνά επίσης και το Αίσθημα. Και η Αγάπη. Και το Καθήκον. Και μόνον εις την ζωήν υπάρχουν ευτυχώς και ηθικαί δυνάμεις ακατάβλητοι, μόνον δι’ αυτό έχει καταστεί βιώσιμος η ζωή…Αλλά είμεθα πρόθυμοι να μεταβώμεν από την Φιλοσοφίαν και την Ηθικήν, εις την Πολιτικήν. Επιθυμούμεν να είμεθα δίκαιοι απέναντι της κατηγορίας.  Ο κύριος Εισαγγελεύς επικαλέσθη την αρχήν αυτήν, την οποίαν κατόπιν ηθέλησε να γενικεύση δια να αποδείξη ότι το συμφέροντα των Συμμάχων ερρύθμιζαν ανέκαθεν την πολιτικήντων απένατι της Ελλάδος. Και επομένως, η δυσμένεια, η οποία σήμερον εκδηλούται οφείλεται επίσης εις τα συμφέροντα. Δεν θα επεκταθώ εις την πολιτικήν συζήτησιν. Δυστυχώς έχει παρέλθει ο χρόνος. Και ούτε είμαι διατεθειμένος να λησμονήσω ότι εδώ είναι δικαστήριον και όχι η Βουλή. Αλλά επεθύμουν μόνον να ερωτήσω. Τα συμφέροντα των Συμμάχων, όσα ήσαν αντίθετα προς την Ελλάδα, υπήρχον ανέκαθεν ή ανεκαλύφθησαν μετά την 1ην Νοεμβρίου; Ημείς απαντώμεν: Υπήρχον ανέκαθεν, αλλά ηττήθησαν. Ο αρχηγός των Φιλελευθέρων, τότε, ως κυβερνήτης, κατώρθωσεν επικαλούμενος την συμμαχικήν αλληλεγγύην, την πολιτικήν αξιοπιστίαν και την ζωτικότητα της Ελλάδος, να εκμηδενίση τας αντιδράσεις. Υπήρχε και τότε ο ρωμαϊκός ιμπεριαλισμός κύκλοι της Γαλλίας, οι οποίοι επιθύμουν την διατήρησιν της Τουρκίας, δια να την λυμαίνωνται. Υπήρχε το ιδικόν φιλότουρκον ρεύμα εις την Αγγλίαν. Και όμως αι αντιδράσεις και τα συμφέροντα, όσα ευρίσκοντο αντιμέτωπα της Ελλάδος, ηττήθησαν. Και υπεγράφει η συνθήκη των Σεβρών.  Αλλά τότε, θα μας είπουν: διατί να επέλθη μεταβολή; Απαντώμεν: Διότι, δυστυχώς, η σύμπτωσις των συμφερόντων μας δεν ήτο απόλυτος. Εάν υπήρχεν απόλυτος σύμπτωσις συμφερόντων τότε οι μετανοεμβριανοί κυβερνήται δεν θα είχαν κανένα λόγον να ανησυχούν. Θα ήσαν ελεύθεροι να ρυθμίσουν την πολιτικήν των συμφώνως προς τας θελήσεις των και να αδιαφορήσουν δια τηνγνώμην των Συμμάχων. Επειδή η απόλυτος αλληλεγγύη των συμφερόντων θα εξησφάλιζε την εθνικήν μας ακεραιότητα. Αλλά ακριβώς διότι υπήρχον ανέκαθεν αντιδράσεις, δι’ αυτό η ευθύνη της σγνερινής κυβερνήσεως είναι βαρυτάτη. Ουδέποτε ήτα επιτετραμμένον να παράσχη με την πολιτικήν της ούτε επιχείρημα ούτε αφορμήν, ούτε πρόφασιν εις τους εχθρούς της Ελλάδος, διότι ακριβώς υπήρχον αντίθερτα συμφέροντα που δυστυχώς επεκράτησαν, διότι επικαλούνται την Παλινόρθωσιν (Σ,Σ  Εννοεί την επαναφορά του βασιλέως Κωνσταντίνου). Θα έλθη όμως ημέρα που ο λαός, ο αντιοβενιζελικός, ο οποίος παρεπλανήθη, θα ζητήση ευθύνας. Επειδή του είπαν αποστράτευσιν και έκαμαν την μεγαλύτερη επιστράτευσιν που είδεν η Ελλάς.  Υπεσχέθησαν ειρήνην και έκαμαν τον αιματηρότερον πόλεμον. Υπεσχέθησαν οικονομικήν περισσυλογήν και εσπατάλησν το δημόσιον χρήμα και επέφεραν την οικονομικήν συμφοράν της Ελλάδος.

   Κύριοι ένορκοι, συνέχισεν ο Παπανδρέου, η κατηγορία την οποίαν ανέπτυξεν ο κ.εισαγγελεύς, δεν πλήττει τους κατηγορουμένους. Πλήττει τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτου. Προσβάλει το δημόσιον δίκαιον των Ελλήνων. Αποτελεί παραβίασιν του πολιτεύματος. Αλλά, ο κ. εισαγγελεύς μας ηρνήθη το δικαίωμα να ομιλώμεν ημείς περί ελευθερίας.  Λυπούμεθα διότι δεν είναι δυνατόν να τον ευχαριστήσωμεν συμμορφούμενοι με τας επιθυμίας του. Επειδή ημείς υπήρξαμεν ανέκαθεν και υμνηταί και τηρηταί της ελευθερίας. Και δεν εγίναμεν ποτέ ημείς δούλοι του κόμματος. Και αν εις το παρελθόν, κατά την διάρκειαν του μεγάλου πολέμου, αι ελευθερίαι αι ατομικαί εμειώθησαν, είναι διότι προσεφέρθησαν επάνω εις τον βωμόν μιας ελευθερίας περσσότερον ιεράς- εις τον βωμόν της ελευθερίας του Έθνους ! Υπήρξαν εποχαί, κύριοι ένορκοι, κατά τας οποίας η ελευθερία της σκέψεως απηγορεύετο. Και δεν είναι μόνον οι σκοτεινοί καιροί της Ιεράς Εξετάσεως. Είναι ακόμη και η εποχή της κλασσικής Αρχαιότητος. Όσοι εδίδασκον τότε μιαν νέαν αλήθειαν, όσοι εισήγον κοινούς θεούς κατεδικάζοντο εις θάνατον. Αλλά ήλθεν η Μεγάλη Γαλλική Επανάστασις. Και μαζί με την ανατροπήν της σκοτεινής απολυταρχίας, μαζί με την συντριβήν της αυθαιρέτου ολιγαρχίας, του κλήρου και των ευγενών εθραύθησαν  τότε και τα δεσμά του πνεύματος! Μαζί με την κυριαρχίαν του λαού ανεγνωρίσθησαν επίσης και τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτου. Η ελευθερία της σκέψεως, η ελευθερία της γνώμης, η ελευθερία του τύπου. Ανεγνωρίσθησαν πρώτον χάριν του ατόμου. Επειδή μόνον η ελευθερία της σκέψεως παρέχει εις το άτομον μιαν ενδόμυχον ικανοποίησιν, έναν ανώτερον λόγον υπάρξεως, μιαν σφραγίδα προσωπικότητος. Ανεγνωρίσθησαν όμως επίσης και προ παντός χάριν του συνόλου. Επειδή η ελευθερία της γνώμης αποτελεί ανάγκην ζωτικήν, όργανον μοναδικόν της υπάρξεως και της προαγωγής του συνόλου. Αλλά θα ήτο δυνατόν, κύριοι ένορκοι, να τεθή το ερώτημα διατί η ελευθερία της σκέψεως είναι απεριόριστος; Διατί να μην ορισθή ότι απαγορεύεται η ελευθερία της ψευδούς και μάλιστα της επιβλαβούς γνώμης και επιτρέπεται μόνον η ελευθερία της αληθείας; Το συμφέρον του συνόλου τότε δεν θα εξυπερετείτο καλύτερον; Ασφαλώς με μίαν μόμον διαφοράν: ότι έπρεπε προηγουμένωςνα γνωρίζωμεν την αλήθειαν.

    Η ζωή «ρει». Και μέσα εις τον ρουν των αιώνων και θρόνοι και πολιτεύματα και νόμοι και ήθη και έθιμα όλα προέρχονται, τροποποιούνται και ανατρέπονται. Και μόνον το πνεύμα είναι αθάνατον. Είναι ο προβολεύς του Φωτός με το οποίον η ανθρωπότης βαδίζει προς το σκότος του μέλλοντος. Είναι η παρηγορία και η ελπίς, μέσα εις την θλίψιν και την απόγνωσιν, δια την ατέλειαν των ανθρωπίνων πραγμάτων. Είναι ο βωμός του αγνώστου θεού, ο οποίος έχει επιζήσει από τους θεούς του Ολύμπου, και θα επιζή εις τον αιώνα. Και επάνω εις τον βωμόν αυτόν, θύει με βαθυτάτην κατάνυξιν, ο σύγχρονος κόσμος. Είναι ο Ναός εις τον οποίον διακονεί, ευβλαβής και ακτινοβόλος Ιέρεια, η ελευθερία της σκέψεως. Και είμεθα ημείς προσκυνηταί. Και είσθε σειςοι θεματοφύλακες και λειτουργοί του ναού…

   Αλλά ίσως, θα ήτο δυνατή η αντίρρησις. Μήπως η απεριόριστος ελευθερία της σκέψεως είναι ορθή κατά θεωρίαν, αλλά και επιβλαβής εις την πράξιν; Μήπως οδηγεί εις αναρχίαν και αποσύνθεσιν; Και όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετον! Η ανθρωπότης, κύριοι ένορκοι, βαδίζει προς το μέλλον με δύο οδούς! Την Μεταρρύθμισιν και την Επανάστασιν. Η ελευθερία της σκέψεως είναι ο φορεύς της Μεταρρυθμίσεως. Εξατμίζει τα πάθη, φωτίζει τας συνειδήσεις, παρασκευάζει τα πνεύματα. Και τοιουτοτρόπως οδηγεί ειρηνικώς προς το Μέλλον. Ενώ η κατάλυσις, καθώς και ο περιορισμός της ελευεθερίας της σκέψεως, ανοίγει την σκοτεινήν οδόν της βίας και της συνωμοσίας, της στάσεως. Και δι’ αυτό όσοι καταδιώκουν την ελευθερίαν της σκέψεως προφασιζόμενοι ότι υπηρετούν την τάξιν και την ειρήνην ή πλανώνται ή ψεύδονται. Δεν στειρεύουν μόνον, όπως γράφει και ο Λασσάλ, την πηγήν αυτήν της τελειοποιήσεως, αλλά προσβάλλουν ακόμη και την δημοσίαν τάξιν, εξωθούν το κράτος εις βιαίαν ανατροπήν και εις όλεθρον. Αλλά ίσως θα ήτο δυνατή ακόμη και μία τελευταία αντίρρησις. Εις τα κοινοβουλευτικά πολιτεύματα δεν έχει αναγνωρισθεί το δικαίωμα της πλειοψηφίας να κυβερνά; Διατί τότε δεν υποχρεούται η μειονότης να υποκύπτη; Ακριβώς. Διότι η πλειονότης έχει το δικαίωμα της κυβερνήσεως, πρέπει και η μειονότης να έχει το δικαίωμα του Ελέγχου. Διότι η πλειονότης έχει την ελευθερίαν της δράσεως  πρέπει και η μειονότης – και μάλιστα αυτή κατ’ εξοχήν να έχη την ελευθερίαν της σκέψεως. Τοιουτοτρόπως η ζωή εναρμονίζεται και συμπληρούται…

   Αυτοί είναι οι λόγοι, κύριοι ένορκοι, δια τους οποίους τα σύγχρονα πολιτεύματα έχουν αναγνωρίσει απεριόριστον την ελευθερίαν της σκέψεως. Εις την Γαλλίαν γράφει ο Μπαρτελεμύ, δεν υπάρχουν αδικήματα γνώμης. Επιτρέπεται η προσβολή και της Πατρίδος και της Δημοκρατίας και του Πολιτεύματος. Η υποστήριξις μοναρχικών ιδεών – εις την Δημοκρατίαν της Γαλλίας-είναι θεμιτή.

   Ημπορεί κανείς σύμφωνα με τας πεποιθήσεις του να κηρύξη είτε αθεϊσμόν είτε αρχάς θρησκευτικάς. Το ίδιο ορίζει και το δικό μας πολίτευμα. Το άρθρον 14 του Συντάγματος γρέφει: Έκαστος δύναται να δημοσιεύη προφορικώς, εγγράφος και δια του Τύπου τους στοχασμούς του. Ο Τύπος είναι ελεύθερος.

   Είναι λοιπόν σαφές. Η κατηγορία δεν πλήττει τους κατηγορουμένους. Πλήττει την ελευθερίαν του ανθρώπου και του πολίτου. Προσβάλλει το δημόσιον δίκαιον των Ελλήνων. Αποτελεί παραβίασιν του πολιτεύματος. Και το άρθρον 111, ορίζει: Η τήρησις του Συντάγμνατος αφιερούται εις τον πατριωτισμόν τηων Ελλήνων.

   Αλλά η κατηγορία θα ηδύνατο ίσως να αντείπη: Το άρθρον του Συντάγματος ορίζει ότι έκαστος είναι ελεύθερος να δημοσιεύη τους στοχασμούς του, αλλά προσθέτει, τηρών τους Νόμους του Κράτους. Παρέβησαν τους νόμους της εξυβρίσεως του βασιλέως;  Με ειρκτήν το πολύ επτά ετών, αναγράφει ο νόμος, τιμωρείται όστις προσπαθεί να διαγείρη μίσοςκαι περιφρόνησιν κατά του προσώπου του Βασιλέως.

   Ηκούσατε προχθές, κύριοι ένορκοι, περί του νόμου τούτου, τον οποίον περιβάλλει με τόσην στοργήν η κατηγορία. Υπήρξεν ο σκοτεινός σύμμαχος και συνεργός της Βαυαρικής Απολυταρχίας εναντίον των ελευθεριών του Λαου. Είναι ο νόμος τον οποίον ο Καλλιγάς εχαρακτήισεν οπλοθήκη από την οποίαν οι εισαγγελείς ημπορούν να αντλούν τα βέλη της φαρέτρας δια να εκμηδενίσουν κάθε πολτικόν έλεγχον. Οι υπεύθυνοι κυβερνήται! Το ακούει ο κ. εισαγγελεύς; Οι υπεύθυνοι κυβερνήται! Ηκούσατε προηγουμένως το άρθρον του Χαριλάου Τρικούπη. Ενθυμείσθε. Εκείνος έγραφεν απροκαλύπτως: Πταίει το Στέμμα, ο Βασιλεύς. Και όμως εκείνος, πριν από πενήντα έτη, δεν κατεδικάζετο.Εκείνος έγινε πρωθυπουργός της Ελλάδος. Και οι κατηγορούμενοι σήμερον, έπειτα από πεντήκοντα έτη, εις την γην αυτήν της Ελευθερίας προσάγονται υπόδικοι ενώπιον υμών.

   Υπήρχεν εποχή, κύριοι ένορκοι, εις παλαιούς σκοτεινούς καιρούς του Μεσαίωνος, οι οποίοι είναι τόσον προσφιλείς εις την κατηγορίαν κατά τους οποίους το Κράτος, ο Λαός, η Γη ήσαν κτήματα του Μονάρχου. Τότε προς την κρατούσαν ηθικήν τάξιν, τα προσωπικά συμφέροντα του Μονάρχου, ετάσσοντο υπεράνω της εθνικής σωτηρίας. Ιστορία των λαών τότε ήτο ιστορία των βασιλέων.

   Αλλά οι καιροί μετεβλήθησαν. Από την εποχήν της μεγάλης Γαλλικής επαναστάσεως η κυριαρχία του λαού επεβλήθη. Η τάξις πλέον η πολιτειακή μετεβλήθη. Και οι άρχοντες ακόμη και οι ανώτατοι έπαυασαν πλέον να είναι δυνατοί και κύριοι- έγινα και αυτοί λειτουργοί των λαϊκών συμφερόντων. Συμφώνως πλέον προς το πολίτευμα, συμφώνως προς τηννέαν ηθικήν τάξιν το γενικόν συμφέρον κείται υπεράνω του ατομικού. Υπεράνω και των προσώπων και των κομμάτων και των βασιλέων και των θρόνων είναι η πατρίς.  Και όταν το συμφέρον του συνόλου συγκρουσθή προς το συμφέρον των προσώπων, οφείλουν τότε τα δεύτερα να θυσιάζωνται εις τον βωμόν της πατρίδος. Και η αρχή αυτή η ηθική είναι τόσο στοιχειώδης και αυτόδηλος, ώστε θα ήτο αδύνατον εις την εποχήν μας να θεωρήτααι διώξιμος και κολάσιμος  αν δεν υπήρχε η κατηγορία η οποία να παρέσχεν ενώπιον υμών την απροκάλυπτον ομολογίαν ότι ανατρέπει την ηθικήν τάξιν, ότι υπηρετεί την αρχήν του συμφέροντος!»’  

   Συνεχίζοντας ο αγορητής και απευθυνόμενος προς τον εισαγγγελέα λέγει:

   « Θα παρεκάλουν τον κ. εισαγγελέα να επεναλάβη, ενώπιον ημών την κατηγορίαν, ότι οι κατηγορούμενοι είναι ένοχοι, διότι έγραψαν ότι η Ελλάς δεν είναι τιμάριον, αλλά είναι δημιούργημα του πνεύματος, των αγώνων και των μόχθων των τέκνων της!... Να επαναλάβη ότι έπειτα από ένα αιώνα ελευθερίας υπάρχει δημοσία αρχή, η οποία θεωρεί κακούργημα την αλήθειαν, ότι η Ελλάς, επιτέλους, ανήκει εις την Ελλάδα1

   Κύριοι ένορκοι, εις όλα τα σύγχρονα Κράτη υπάρχουνπολυάριθμα και πολυώνυμα πολιτικά κόμματα: βασιλόφρονες, ριζοσπάσται, δημοκρατικοί, σοσιαλισταί, κομμουνισταί. Τι πρεσβεύουν τα κόμματα; Έκαστον έχει φυσικά την ιδικήν του ιδεολογίαν.  Αλλά πιστεύει, συγχρόνως, ότι η ιδεολογία των αντιπάλων αποτελεί συμφοράν δια τον τόπον. Οι βασιλόφρονες πιστεύουν ότι ο θεσμός της Βασιλείας είναι πολύτιμος δια τους λαούς. Είναι σύμβολον Εθνικόν, Κρίκος συνεκτικός. Εγγύησις τάξεως. Και ότι η επικράτησις δη,πκρατικών ιδεών αποτελεί κίνδυνον αναρχίας.

   Οι Δημοκρατικοί πιστεύουν ότι ο θεσμός της Βασιλείας είναι πρόξενος συμφορών. Ότι είναι πρόληψις του παρελθόντος, ασυμβίβαστος πλέον και προς το σύγχρονον πνεύμα  και προς την αρχήν της λαϊκής κυριαρχίας, ότι αποτελεί ύβριν προς την πνευματικήν αξιοπρέπειαν του αιώνος η διατήρησις του θεσμού του κληρονομικού Άρχοντος. Και ότι διευκολύνει την επικράτησιν της ολιγαρχίας, πολιτικής, κοινωνικής, και στρατιωτικής εις βάρος των λαϊκών συμφερόντων.  Και δι’ αυτό οι Δημοκράται υποστηρίζουν ότι οι Ανώτατοι  Άρχοντες πρέπει επίσης να προέρχωνται εκ του Λαού και να εκλέγονται από τον Λαόν. Και ότι πρέπει επισης να καταστούν δημοκρατικαί και όλαι αι λειτουργίαι του Κράτους- πρέπει να καταλυθή κάθε πολιτική, κοινωνική και οικονομική ολιγαρχία, δια να επικρατήσουν πληρέστερον τα συμφέροντα του εργαζομένου λαού. Οι Σοσιαλισταί πιστεύουν ότι ολόκληρον το αστικόν καθεστός, βασικόν ή δημοκρατικόν, αποτελεί συμφοράν. Και δι’αυτό πρέπει να ανατραπή δια να συμπληρωθή η ισότις η πολιτική, με ισότητα κοινωνκήν και οικονομικήν, διά να καταργηθή η εκμετάλλευσις του ανθρώπου από τον άνθρωπον. Και η πάλη των κομμάτων αυτών διεξάγεται εις όλα τα κράτη αμείλικτος. Ηκούσατε ποτέ εξ αιτίας της πολιτικής ιδεολογίας των να καταδιωχθούν, διότι πιστεύουν ότι η ιδεολογία των αντιπάλων αποτελεί συμφοράν δια τον τόπον; Αλλά τότε θα έπρεπε ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος να ευρίσκεται εις τας φυλακάς, θα έπρεπε να είχον γίνει κάτεργα αι Βουλαί!

   Και ο κομμουνισμός σήμερον θεωρείται και εις την Ελλάδα νόμιμον πολιτικόν κόμμα και είναι ακαταδίωκτος. Γνωρίζετε την θεωρίαν του κομμουνισμού;  Είναι η προπαγάνδα της Επανάστασης. Είναι το κήρυγμα ότι η τάξις η εργατική, καίτοι μειοψηφούσα, όφείλει να ανατρέψη το σημερινόν καθεστώς με την βίαν και κατόπιν να διατηρήση δικτατοτικώς την αρχήν και να εξοντώση την αντιδρώσαν αστικήν τάξιν. Και  αποτελεί μ’ όλα ταύτα νόμιμον  πολιτικόν κόμμα καταδίωκτον.

   Αλλά εις ποίαν μεσαιωνικήν εποχήν πλανάται ακόμη η κατηγορία. Διώκεται λοιπόν ως κακούργημα εις την Ελλάδα και αυτός ακόμη ο υπαινιγμός περί Δημοκρατίς. Και νομίζει ο κύριος εισαγγελεύς, ότι θα είναι δυνατόν να ευρεθούν λαϊκοί δικασταί, οι οποίοι θα αρνηθούν την ιστορίαν, να αρνηθούν τον πολιτισμόν, να αρνηθούν το σύγχρονον πνεύμα και να καταδικάσουν μιαν πολιτικήν ιδέαν, η οποία ήνθισε πρώτον εις την Ελλάδα και αποτέλεσε την δόξαν και την τιμήν της κλασσικής αρχαιότητος της εποχής, κατά την οποίαν πριν από χιλιετηρίδας, ο Περικλής εις τον Επιτάφιον εκήρυτε με υπερηφάνειαν: «Το ιδικόν μας πολίτευμα είναι Δημοκρατία». Αλλά υπάρχει δυστυχώς μια παρεξήγησις, δια την οποίαν λυπούμαι. Διότι η κατηγορία δεν κατώρθωσεν ή δεν ηθέλησε ν’αντιληφθή ποίοι πολίται πολιτευόμενοι ευρίσκονται ενώπιον υμών.

   Και ετόλμησε να ρίψη ακόμη και υπαινιγμούς περί «θησυαρισμών». Και όταν εζητήθησαν εξηγήσεις, η κατηγορία έσπευσε να τους αποσύρη. Αλλά πως είναι δυνατόν να τολμήση κανείς να καταλογίση ευθύνην εις άνθρωπον, όπως ο κύριος Πετιμεζάς; Πολίτης και πολιτευόμενος και επιστήμων, ο οποίος έχει άσπιλον παρελθόν και του οποίου ηυτύχησα από το ακροατήριον χθες να ακούσω την απολογίαν. Και ησθάνθην την στιγμήν εκείνην ότι η ατμόσφαιρα εξυγιαίνετο και ότι επληρούτο αίφνης από άρωμα ευγενείας, πίστεως και αρετής.

   Πως θα ήτο δυνατόν νε είναι ένοχος ο κύριος Παπαναστασίου ο οποίος αποτελεί εγκαλλώπισμα του πολιτικού κόσμου της Ελλάδος; Επιστήμων όσον ουδείς. Και οφείλω ενώπιον υμών μίαν εξομολόγησιν.  Εγώ, ο οποίος ηυτύχισα να απολαμβάνω την τιμήν της φιλίας του, οφείλω να ομολογήσω πόσην αρετήν και πόσην γενναιοψυχίαν και πόσην έξαρσιν ημπορεί να εμπνεύση η γνωριμία του. Εν τω μέσω των νέων ανδρών της Ελλάδος είναι αυτός ο οποίος εμπνέει την πίστιν και την ελπίδα προς ένα καλύτερον πολιτικόν μέλλον. Κύριοι ένορκοι, ούτε η διακήρυξις περιέχει «εξύβρισιν», ούτε οι κατηγορούμενοι έχουν «δόλον». Ήλεγξαν μόνον την υπεύθυνον κυβέρνησιν και εξέφρασαν μίαν πολιτικήν γνώμην δια την σωτηρίαν του Έθνους. Και η πολιτική γνώμη δεν είναι αδίκημα, και όχι μόνον δεν είναι αδίκημα, δεν είναι ούτε δικαίωμα. Είναι καθήκον. Δια πάντα πολίτην, και πολύ περισσότερον δια πάντα πολιτευόμενον. Και όταν μάλιστα οι καιροί είναι κρίσιμοι, όπως σήμερον, το καθήκον γίνεται επιτακτικόν. Είναι πλέον επιταγή ηθικής συνειδήσεως. Τότε πλέον, υπεύθυνοι ένοχοι, ενώπιον του Λαού, δεν είναι εκείνοι, οι οποίοι εσχημάτισαν  μιαν οιανδήποτε γνώμην, δια το καλόν της Πατρίδος, οι οποίοι το γνωρίζουν – και όμως σιωπούν από ιδιοτέλειαν, από ευτέλειαν, από ανανδρίαν. Και αν υπάρχει φαινόμενον παρήγορον εις τον πολιτικόν κόσμον της Ελλάδος, είναι ακριβώς η εξαίρεσις την οποάν εμφανίζουν οι κατηγορούμενοι. Ίσως αυτοί οι κατηγορούμενοι να είναι αθώοι. Αλλά πρέπει να τους καταδικάσωμεν. Διότι απειλείται το καθεστώς. Διότι είναι Βενιζελικοί. Διότι η κατηγορία το θέλει. Λησμονούν μίαν αλήθειαν ιστορικήν παλαιάν, την οποίαν οι αιώνες έχουν επικυρώσει. Ότι το κράτος της βίας είναι εφήμερον. Ότι τα καθεστώτα δεν ημπορούν να στηριχθούν εις την δίωξιν, αλλά μόνον εις την αγάπην των λαών. Ενθυμίζουν τον Πιλάτον, ο οποίος εγνώριζε την αθωότητα του θύματος και όμως τον κατεδίκαζε, νίπτων τας χείρας του. Αλλά οι Πιλάτοι εις την ιστορίαν στιγματίζονται και δεν δικαιούνται. Και ένας λαός φιλότιμος και υπερήφανος, όπως ο Λαός ο Λαμιακός, δεν ημπορεί να ζηλεύη την δόξαν του Πιλάτου… Κύριοι ένορκοι, το γνωρίζω και συμμερίζομαι την αγωνίαν. Συμμερίζομαι την δοκιμασίαν της ψυχής σας. Κινείσθε μέσα εις μίαν ατμόσφαιραν προκαταλήψεων και παθών. Δια να τηρήσετε τον όρκον σας, πρέπει να παλαίσετε με τον εαυτόν σας. Αλλά υπάρχει μία νίκη η οποία είναι μεγαλυτέρα από κάθε άλλην. Είναι η νίκη εναντίον των παθών και των αδυναμιών μας, η νίκη του εαυτού μας. Και είναι η Νίκη την οποίαν οφείλετε σήμερον να νικήσετε… Επειδή η δίκη η οποία διεξάγεται, δεν είναι μόνον δίκη των κατηγορουμένων. Είναι η δίκη της Δικαιοσύνης. Είναι η δίκη της Ελλάδος. Ας είναι, λιοιπόν, σήμερον, κύριοι ένορκοι, ας είναι η απόφασις η δίκη σας δόξα δια την Λαμίαν και τιμή δια την Ελλάδα».

   Η δημοσθένεια αγόρευση του Γ. Παπανδρέου, του μελλοντικού πρωθυπουργού και αρχηγού της Ενώσεως Κέντρου, εδημιούργησε την εντύπωση ότι οι ένορκοι θα αθώωναν τους κατηγορουμένους. Και πράγματι, παρ’όλον που ήσαν αντιβενιζελικοί, στην ερώτηση εάν οι κατηγορούμενοι ήσαν ένοχοι του αδικήματος της εξυβρίσεως του βασιλέως, μετά διάσκεψιν πλέον της ώρας, κατέληξαν στην απάντηση «όχι». Τούτο όμως πληροφορηθείς ο πρόεδρος του δικαστηρίου, εφέτης Χατζηανδρέου, ώρμησε στην αίθουσα όπου συνεδρίαζαν οι ένορκοι  και αγριεμένος λέγει στους ενόρκους: «Κύριοι, η ετυμηγορία σας είναι απαράδεκτος! Εκηρύξατε αθώους τους φανατικούς εχθρούς του βασιλέως μας και του θρόνου.  Πως είναι δυνατόν να συμβή αυτό εκ μέρους νομιμοφρόνων πολιτών, εις τους οποίους η δικαιοσύνη ανέθεσε την περιφρούρισιν του νομίμου καθεστώτος; Πως είναι δυνατόν;».

   Κύριε πρόεδρε, λέγει ένας από τους ενόρκους, εσείς ο ίδιος μας είπατε να κρίνουμε κατά συνείδησιν. Και η συνείδησίς μας μας λέγει ότι οι κατηγορούμενοι μπορεί να είναι του βασιλέως, αλλά ότι επίσης η πράξις των δεν είναι υβριστική, ούτε συνωμοτική. Πως λοιπόν να τους κυρήξωμεν ενόχους;».

   Ο Χατζηανδρέου κοιτάζει τα πρόσωπα των ενόρκων ένα-ένα και διαβάζει σ’ αυτά πλήρη συμφωνία με τα λόγια του ομιλητή. Απότομα γυρίζει την πλάτη του και βγαίνει από τηναίθουσα. «Τον εισαγγελέα, λέγει σε έναν κλητήρα, τον εισαγγελέα αμέσως»

   Ο κλητήρας βρίσκει τον Γερακάρη και οι δύο άνώτατοι δικασταί κλείνονται σε ένα δωμάτιο. Από εκεί καλούν τηλεφωνικώς την Αθήνα. Συνδέονται με τον υπουργό της Δικαιοσύνης και του αναφέρουν αυτό που συνέβη. Ο υπουργός ουρλιάζει. «Πως; Τους αθώωσαν; Αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνη.  Να ασκήσετε κάθε επιρροή για να αλλάξουν ετυμηγορία οι ένορκοι. Κάθε επιρροή. Αλοίμονον εάν οι δημοκρατικοί αθωωθούν! Ο τραυματισμός του καθεστώτος θα ήτο ανεπανόρθωτος!».

   Οι δύο δικαστικοί περνούν πάλιν στην αίθουσα των ενόρκων. Αυτή τη φορά δεν χρησιμοποιούν μόνο την πειθώ. Έχουν ειδοποιηθεί οι παρακρατικοί έξω και έχουν αρχίσει να φωνάζουν: « Θάνατος στους προδότες! Ζήτω ο βασιλεύς!»

   Τελικά οι ένορκοι επέισθησαν να αναθεωρήσουν την ετυμηγορίαν τους. Κατάλαβαν πολύ καλά ότι εάν δεν καταδίκαζαν τους πολιτικούς του Μανιφέστου, θα έπρεπε να εγκαταλείψουν και τη Λαμία και τη περιουσία τους, για να ξεφύγουν από τη μανία των παρακρατικών.

   Όταν στην αίθουσα του δικαστηρίου ο πρόεδρος των ενόρκων ανήγγειλε την ετυμηγορία τους και ο πρόεδρος του δικαστηρίου καταδίκασε τους κατηγορουμένους σε τριετή φυλάκιση, το συγκεντρωμένο πλήθος των βασιλοφρόνων, απάντησε με μία κρυαγή: «Ζήτω ο Βασιλεύς»

 

   Είχαν νικήσει! Οι εχθροί του αγαπημένου τους βασιλιά, θα κλείνονταν στη φυλακή! Μα ο λαός της Αθήνας είχε διαφορετική γνώμη. Όταν με τη συνοδεία ισχυρού αποσπάσματος χωροφυλάκων οι κατάδικοι έφθασαν με τον σιδηρόδρομο στην Αθήνα για να εγκλεισθούν στις φυλακές, τους περίμεναν στο σταθμό Λαρίσης μία ανθρωποθάλασσα από δημοκρατικούς πολίτες, που ξέσπασε σε ενθουσιώδεις εκδηλώσεις υπέρ των δημοκρατικών πολιτών. Τότε κάποιος μέσα από το πλήθος φώναξε: «Ζήτω η Δημοκρατία». Την κραυγή επανέλαβαν μυριάδες στόματα, «Ζήτω η Δημοκρατία! Να μας ζήσης Παπαναστάση!»

   Την ημέρα εκείνη ο ίδιος ο λαός, εντελώς αυθόρμητα, είχε θέσει καθεστωτικό θέμα. Απαντούσε στις προκλήσεις του αυλικού καθεστώτος με ζητωκραυγές υπέρ της αβασίλευτης Δημοκρατίας. Οι κατάδικοι οδηγήθηκαν στις φυλακές της Παλαιάς Στρατώνας, στο Μοναστηράκι, όπου κλείνονταν την εποχή εκείνη οι θανατοποινίτες και ισοβίτες κακοποιοί.

   Ο Παπαναστασίου, χωρίς να πτοηθεί από την καταδίκη και από τη φυλακή, δήλωνε στις εφημερίδες ότι η καταδίκη αποτελεί απροκάλυπτη επικράτηση της απολυταρχίας και συνιστούσε να ενταθεί ο αγώνας για τη δημοκρατία που αυτή μόνον θα σώσει την Ελλάδα.

   Η καταδίκη κατατάραξε και τους κορυφαίους του κόμματος των Φιλελευθέρων, Σοφούλη, Διομήδη, Σκουλά, Καραπάνο, τον ναύαρχο Μιαούλη, Γκίνη, δήμαρχο Πάτση κ.λ.π.οι οποίοι κυκλοφόρησαν αμέσως προκήρυξη, όπου λέγανε ότι η απόφαση του δικαστηρίου Λαμίας έτεινε να παρουσιάση την Ελλάδα ως χώραν με μεσαιωνικάς δουλόφρονας αντιλήψεις και επαναλάμβαναν τη φράση του Παπαναστασίου ότι τα έθνη δεν είναι τιμάρια των βασιλέων.

   Τελικά η καταδίκη αυτή αποτέλεσε το πρώτο έναυσμα για τον δημοκρατικό αγώνα και την σύμπηξη του κόμματος της Δημοκρατικής Ένωσης, υπό την ηγεσία του μέλλοντος ιδρυτού  της Α’ Δημοκρατίας, του Αλεξάνδρου Παπαναστασίου, που καλούσε τον Ελληνικό λαό στον αγώνα για την επάνοδο της Ελλάδος στο «γηγενές Ελληνικό πολίτευμα της Δημοκρατίας»

   Μετά διόμιση μήνες οι κατάδικοι δημοκρατικοί απελευθερώθηκαν από την σωτηρία Επανάσταση του Πλαστήρα του 1922 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

           ΝΙΚΟΥ  Σ.  ΚΑΣΤΡΙΝΟΥ, «ΑΛ. ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ-Ο ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΗΣ ΚΑΙ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ»

                Εκδοτικός οίκος : « ΜΠΑΫΡΟΝ», Ιπποκράτους 6, Αθήνα, 1975

  

 

randomness