Τα κάλαντα, το κοριτσάκι με τα σπίρτα, τα παραμύθια του Άντερσεν και ο Παπαδιαμάντης
Γράφει ο Παναγιώτης Βασιλείου
«Καλήν ημέραν άρχοντες, κι αν είναι ορισμός σας, Χριστού την Θείαν γέννησιν, να πω στ’ αρχοντικό σας»
Παραμονή Χριστουγέννων. Στα παλιότερα χρόνια η ημέρα που τα μικρά παιδιά ξεχύνονταν στις γειτονιές για να πουν τα κάλαντα.
Για τις δύσκολες οικονομικά εποχές τις δεκαετίας του 70 και αρχές του 80 (προ ΠΑΣΟΚ εποχής), ήταν για τους άνω των 60 σήμερα μια ευκαιρία για ένα καλό χαρτζιλίκι που οι γονείς μας δεν είχαν να μας δώσουν.
Οι δρόμοι γεμάτοι παιδιά που πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι, νωρίς το πρωί μέχρι αργά το μεσημέρι.
Το έθιμο χρόνο με το χρόνο φθίνει και περιορίζεται κυρίως στα εθιμοτυπικά κάλαντα από συλλόγους και σχολεία με την επίσκεψη στις αρχές του τόπου και στα εμπορικά κέντρα.
Τα κάλαντα, το κοριτσάκι με τα σπίρτα, τα παραμύθια του Άντερσεν και ο Παπαδιαμάντης είναι πλέον μακρινό παρελθόν.
Αφού λοιπόν τα κάλαντα δεν εμπνέουν, εναλλακτικά επιλέγουμε να ακούμε παραμύθια .....
Το «δικό μου παραμύθι» των Χριστουγέννων είναι μια αριστουργηματική δημιουργία των αδερφών Κατσιμίχα που φέρει το τίτλο : «Αγέλαστη Πολιτεία και οι Καλικάντζαροι».
Ένα μελοποιημένο παραμύθι για τα Χριστούγεννα που γράφτηκε στο Montpellier και μελοποιήθηκε στο Δ. Βερολίνο (Χριστούγεννα του 1978). Είναι η εποχή που οι σημερινοί 60+ βρισκόμασταν στα εφηβικά μας χρόνια.
Την ώρα που εμείς κλεινόμαστε, στα σπίτια μας και γιορτάζουμε ο Μανδρακούλος και η Παρέα του βγαίνουν έξω και κάνουν κάθε λογής παλαβομάρα... Όσοι κρυφά βγαίνουν έξω στο σκοτεινό δάσος κρυμμένοι πίσω από τους θάμνους παρακολουθούν το Μανδρακούλο και τους Καλλικάντζαρους, να βράζουν τα Καζάνια και να χορεύουν ...
«Κόβε πριονάκι μου κι η ώρα πλησιάζει. Χριστούγεννα ζυγώνουνε… το αίμα μας και βράζει»
Εξαιρετικό άλμπουμ, ένα καλό δώρο για Χριστούγεννα, Ακούγεται ευχάριστα τα βράδια δίπλα από το τζάκι με ένα ποτήρι κόκκινο κρασί. (για τους κάτω των 18 με αναψυκτικό).
Στη φωτό αρχείου από τη Πλατεία δικαστηρίων στη Χαλκίδα, ο σκύλος ούτε πριόνια ακούει, ούτε μουσικές, ούτε φόβο έχει. Κοιμάται τον ύπνο του δικαίου.
Τους Καλικάντζαρους τους φοβούνται και τους σιχαίνονται οι κακοί άνθρωποι, γιατί η ασχήμια των καλικάντζαρων τους θυμίζει τη δικιά τους την ασχήμια.