Φουντώνουν οι αντιδράσεις για τη μεταφορά στο Βόλο της Περιφερειακής Διεύθυνσης Τουρισμού
Μπροστά σε μια ακόμη δυσμενή εξέλιξη που θα χειροτερέψει το οικονομικό κλίμα για εκατοντάδες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του τουρισμού βρίσκεται ο νομός Φθιώτιδας καθώς το σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Τουρισμού που αφορά την αναδιοργάνωση του ΕΟΤ και βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση, προβλέπει την κατάργηση και μεταφορά στον Βόλο της Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού Στερεάς Ελλάδας που εδρεύει στην Λαμία.
Τη διαμαρτυρία του για μια τέτοια εξέλιξη εξέφρασε προχθές βράδυ από το Δημοτικό Συμβούλιο ο Δήμαρχος Λαμιέων Γιώργος Κοτρωνιάς καλώντας τους βουλευτές του νομού να πιέσουν προς κάθε κατεύθυνση για να αποτραπεί ένα τέτοιο πιθανό ενδεχόμενο που θα έχει ως συνέπεια να αποδυναμώσει ακόμη περισσότερο την έδρα της Περιφέρειας. Την αντιθεσή του με το σχέδιο νόμου εκφράζει και ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Φθιώτιδας Αλέκος Διαμαντάρας με επιστολή του προς τους υπουργούς Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη και Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Μητσοτάκη. Συγκεκριμένα στην επιστολή που κοινοποιείται στον Περιφερειάρχη, το Δήμαρχο Λαμίας, τους βουλευτές, την Κεντρική Ενωση Επιμελητηρίων Ελλάδας και όλα τα Επιμελητήρια της Στερεάς, ο πρόεδρος του ΕΒΕ Φθιώτιδας τονίζει ότι αυτή η απόφαση αγνοεί την ίδια την ύπαρξη και τις ανάγκες ενός μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων που απασχολούνται στον τουριστικό τομέα και ζητά από τους αρμόδιους υπουργούς να εντάξουν την Περιφερειακή Διεύθυνση Τουρισμού στην οργανωτική δομή της αιρετής Περιφέρειας. Ειδικότερα στην επιστολή του ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Φθιώτιδας Αλέκος Διαμαντάρας σημειώνει τα εξής:
«Κοι Υπουργοί,
Με την επιστολή μας αυτή θα θέλαμε να αναφερθούμε στο πρόγραμμα των μεταρρυθμιστικών δράσεων, του Κυβερνητικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης, σχετικά με τη λειτουργία του Υπουργείου Τουρισμού – ΕΟΤ και συγκεκριμένα στο προτεινόμενο οργανόγραμμα των Περιφερειακών Υπηρεσιών Τουρισμού, το οποίο προβλέπει τη μεταφορά της ΠΥΤ Στερεάς Ελλάδας με έδρα τη Λαμία, στη Θεσσαλία και συγκεκριμένα στη Λάρισα. Σαν Επιμελητήριο Φθιώτιδας, θεωρούμε ότι κάθε προσπάθεια που αποσκοπεί στην αναδιοργάνωση & βελτίωση των υπηρεσιών του Δημοσίου τομέα μας βρίσκει σύμφωνους, με πρωταρχικό σκοπό την αρτιότερη εξυπηρέτηση των πολιτών.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι στην κατάργηση της Περιφερειακής Υπηρεσίας Τουρισμού του Νομού Φθιώτιδας, έχοντας την βεβαιότητα ότι αυτή η επιλογή δεν οδηγεί σε καμία λειτουργική βελτίωση ή εξοικονόμηση κόστους ενώ επί της ουσίας αγνοεί την ίδια την ύπαρξη και τις ανάγκες ενός μεγάλου αριθμού επιχειρηματιών οι όποιοι απασχολούνται στον τουριστικό τομέα. Η ΠΥΤ Στερεάς Ελλάδας με έδρα τη Λαμία, εξυπηρετεί σήμερα τους 5 Νομούς της Περιφέρειας, από την Κάρυστο στην Νότια Εύβοια μέχρι το ορεινό Ραπτόπουλο Ευρυτανίας. Διεκπεραιώνει υποθέσεις 2.500 περίπου τουριστικών επιχειρήσεων, ασχολείται με την έκδοση σημάτων λειτουργίας, με την έγκριση αρχιτεκτονικών σχεδίων, με επιθεωρήσεις σε επιχειρήσεις του τουριστικού τομέα καθώς και με αδειοδοτήσεις καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος.
Το ερώτημα που γεννιέται, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης «μεταρρύθμισης» είναι το κατά πόσο η μεταφορά της ΠΥΤ θα αποδώσει τα προσδοκώμενα οφέλη, αφού θα δημιουργηθούν ανυπέρβλητα προβλήματα, μεταφέροντας χιλιάδες φακέλους και χιλιάδες πολίτες από τη Φθιώτιδα και τη Στερεά Ελλάδα στη Θεσσαλία. Επιπλέον, η καθυστέρηση διεκπεραίωσης θα πολλαπλασιαστεί, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί αρνητικό επενδυτικό κλίμα κάτι το οποίο απευχόμαστε όλοι εμείς που στηρίζουμε τον επιχειρηματικό τομέα. Η πρότασή μας, εξαιρετικά απλή και κατά την άποψή μας βιώσιμη, είναι η υπαγωγή των ΠΥΤ στην οργανωτική δομή των αιρετών Περιφερειών, όπως ισχύει και με τις λοιπές διευθύνσεις (Βιομηχανίας, Εμπορίου, Μεταφορών, Υγείας κλπ), με αντίστοιχη μεταβίβαση του συνόλου των αρμοδιοτήτων.
Προτείνουμε, οι Διευθύνσεις Τουρισμού που ήδη υπάρχουν και λειτουργούν στο οργανωτικό σχήμα των Περιφερειών, να αναλάβουν το σύνολο των υπηρεσιών που παρέχουν μέχρι σήμερα οι ΠΥΤ, συμπεριλαμβανομένων των πιστοποιήσεων – ποιοτικών ελέγχων, με μεταφορά του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού και των σχετικών πιστώσεων που αφορούν τη μισθοδοσία, εξοικονομώντας έτσι σημαντικό μέρος του λειτουργικού κόστους ενώ το κεντρικό κράτος θα αναλάβει τον καθαρά εποπτικό του ρόλο όπως άλλωστε αυτός ισχύει. Θεωρούμε ότι κάθε πρόταση εκσυγχρονισμού και βελτίωσης των υπηρεσιών του Δημοσίου τομέα, θα πρέπει να κρίνεται από την αποτελεσματικότητα, την εξυγίανση, τη λειτουργικότητα, την εξυπηρέτηση του πολίτη, καθώς και τον περιορισμό του κόστους και των δημοσίων δαπανών. Η συγκεκριμένη πρόταση «μεταρρύθμισης» θεωρούμε ότι δεν έχει ρεαλιστική βάση, θα διογκώσει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, με αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που προσδοκά ο «μεταρρυθμιστής».