Στην Στερεά Ελλάδα η μεγαλύτερη αύξηση του ΑΕΠ, σύμφωνα με μελέτη του Παρατηρητηρίου Περιφερειακών Πολιτικών
• Ανησυχητική όμως η εικόνα στο δημογραφικό - Η Περιφέρεια έχασε το 9,1% του πληθυσμού - Εσωτερική μετανάστευση και αποδυνάμωση της υπαίθρου, δείχνουν τα στοιχεία
H ετήσια έκδοση του Παρατηρητηρίου Περιφερειακών Πολιτικών σε συνεργασία με τη Data Consultants αναδεικνύει τις σύνθετες εξελίξεις στην αναπτυξιακή εικόνα των 13 διοικητικών Περιφερειών της Ελλάδας. Σε μια περίοδο αλλεπάλληλων κρίσεων – οικονομική, υγειονομική, ενεργειακή – το έλλειμμα ισόρροπης ανάπτυξης και η ανάγκη τεκμηριωμένης περιφερειακής πολιτικής καθίστανται πιο επίκαιρα από ποτέ.
Στο δημογραφικό πεδίο, η εικόνα είναι ανησυχητική.
Η χώρα έχασε το 6% του πληθυσμού της από το 2008, ενώ την τελευταία πενταετία η μείωση άγγιξε το 3%.
Περιφέρειες όπως η Δυτική Μακεδονία (-13,8%), η Πελοπόννησος (-9,3%) και η Στερεά Ελλάδα (-9,1%) καταγράφουν σημαντικές απώλειες, υποδηλώνοντας γήρανση, εσωτερική μετανάστευση και αποδυνάμωση της υπαίθρου.
Αντίθετα, η Αττική εμφανίζει θετικό πρόσημο από το 2019, δείχνοντας συγκέντρωση πληθυσμού στο κέντρο.
Στον τομέα του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη κάτω από τα επίπεδα του 2008 (-5,7%), αλλά κατέγραψε αύξηση 21,6% την περίοδο 2019–2023.
Περιφέρειες όπως η Στερεά Ελλάδα (+25,5%), η Πελοπόννησος (+22%) και η Κρήτη (+23,1%) αναδεικνύονται ως κινητήριες δυνάμεις ανάκαμψης, ενώ άλλες, όπως το Βόρειο Αιγαίο και τα Ιόνια Νησιά, παραμένουν σημαντικά χαμηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα.
Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ δείχνει μια αντίστοιχη εικόνα. Παρότι στο σύνολο της χώρας το επίπεδο του 2008 δεν έχει ακόμη αποκατασταθεί (-1,4%), την τελευταία πενταετία παρατηρείται ισχυρή ανάκαμψη (+23,1%). Η Στερεά Ελλάδα (+27,6%), η Πελοπόννησος (+23,6%) και η Κεντρική Μακεδονία (+24,3%) παρουσιάζουν τις πιο δυναμικές μεταβολές.
Ανάλογη θετική εικόνα καταγράφεται και στην αγοραστική δύναμη. Με συνολική αύξηση 26,9% από το 2019, οι περισσότερες περιφέρειες επανήλθαν σε επίπεδα κατανάλωσης συγκρίσιμα με την προ πανδημίας εποχή. Η Στερεά Ελλάδα (+30,6%), η Κρήτη (+27,8%) και η Πελοπόννησος (+27,7%) καταγράφουν τις υψηλότερες βελτιώσεις.
Οι επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 52,8% την περίοδο 2019 –2022, παρότι παραμένουν χαμηλότερες κατά 44,1% σε σύγκριση με το 2008. Περιφέρειες όπως η Ήπειρος, η Στερεά Ελλάδα και η Θεσσαλία εμφανίζουν τις μεγαλύτερες αναλογικές αυξήσεις, κυρίως λόγω ενισχυμένης απορρόφησης πόρων και έργων υποδομής.
Τέλος, οι εξαγωγές σημείωσαν αξιοσημείωτη άνοδο σε σχεδόν όλες τις περιφέρειες. Πρωταθλήτρια η Περιφέρεια Ιονίων Νήσων (+33%), ενώ ισχυρές επιδόσεις σημειώνονται σε Κρήτη, Δυτική Ελλάδα και Στερεά Ελλάδα. Η μόνη περιφέρεια με πτώση ήταν το Βόρειο Αιγαίο.
Η μελέτη καταδεικνύει ένα τοπίο αναπτυξιακής ανομοιογένειας: περιφέρειες με ισχυρή πορεία συνυπάρχουν με περιοχές σε στασιμότητα ή κάμψη. Η ανάγκη για ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα με χωρική δικαιοσύνη, ενίσχυση της περιφερειακής ανταγωνιστικότητας και διάχυση των ευκαιριών είναι επιτακτική.
Οι πολιτικές σύγκλισης δεν είναι απλώς απαραίτητες· αποτελούν στρατηγική επιλογή για το μέλλον της χώρας.
Άδικη η κατανομή των πόρων
Μια έκθεση ωστόσο του ΔΝΤ, αναδεικνύει την «κακή κατανομή των πόρων» ως τον βασικό ανασταλτικό παράγοντα για την ανάπτυξη και την χαμηλή παραγωγικότητα στη χώρα.
Και οι πόροι δεν είναι λίγοι, ιδιαίτερα μετά από την έναρξη της πανδημίας που οδήγησε σε εισροή πακτωλού χρημάτων στην ελληνική οικονομία.
Το ΔΝΤ εκτιμά ότι η ετήσια απώλεια ΑΕΠ λόγω κακής κατανομής πόρων στην Ελλάδα φτάνει το 3% στον ιδιωτικό τομέα.
Δηλαδή, ανθρώπινοι και κεφαλαιακοί πόροι παραμένουν «κολλημένοι» σε λιγότερο παραγωγικές επιχειρήσεις, κυρίως στις μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες (όπως κατασκευές, επαγγελματικές υπηρεσίες και τουρισμός).
Η μελέτη εντοπίζει σοβαρές δυσκαμψίες στη χρηματοδότηση και τη ρύθμιση των επιχειρήσεων, ειδικά των μικρών. Πιο παραγωγικές μικρές επιχειρήσεις αδυνατούν να αναπτυχθούν, είτε επειδή δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζική πίστη, φανερώνοντας ότι το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο δεν οδηγεί τους πόρους εκεί όπου είναι πιο αποδοτικοί.
Η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, για παράδειγμα, παρουσιάζει έναν έντονο αναπτυξιακό δυϊσμό, καθώς το 87% του περιφερειακού εισοδήματος παράγεται σε τρεις Περιφερειακές Ενότητες (Βοιωτία, Εύβοια και Φθιώτιδα) ενώ οι υπόλοιπες δύο (Φωκίδα και Ευρυτανία) συγκεντρώνουν μόνο το 15%.
Στον υπολογισμό του ΑΕΠ δεν φαίνεται να λαμβάνεται υπόψιν από την μελετη ότι σε ένα βαθμό η αύξηση είναι πλασματική, με την έννοια ότι παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση της βιομηχανικής παραγωγής στα Οινόφυτα, μία πραγματικότητα που δημιουργεί στρεβλώσεις στην πραγματική εικόνα της οικονομίας.