Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

Περί του νομοσχεδίου για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια

Γράφει η Σοφία Προβοπούλου 


Τους τελευταίους μήνες, έχει ανοίξει μεγάλη συζήτηση για το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τα μη κρατικά και  «μη κερδοσκοπικά»  πανεπιστήμια.

Αρχικά, πρέπει να ξεκαθαριστεί σε τι ακριβώς αφορά το νομοσχέδιο. Το νομοσχέδιο αναφέρεται στη δυνατότητα ίδρυσης παραρτημάτων αλλοδαπών πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Ο υπουργός παιδείας,  προ ημερών, τόνισε ότι θα μπορούν να εισέρχονται μαθητές σε αυτά τα παραρτήματα με πανελλήνιες εξετάσεις.

Έχουν ακουστεί πολλές απόψεις για το τι θα πρέπει να ισχύει. Δεν θέλω να πάρω θέση για το αν πρέπει ή δεν πρέπει να ιδρυθούν μη κρατικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Βέβαια, είμαι απέναντι σε κάθε εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης που πιστεύω ότι θα επέλθει με την χωρίς αυστηρούς όρους ίδρυση ιδιωτικών.

Εγώ θα ήθελα να επικεντρωθώ σε δύο άλλα ζητήματα σχετικά με το νομοσχέδιο.

Το πρώτο αφορά τη συνταγματικότητά του.

Το άρθρο 16 παράγραφος  5 του Συντάγματος, ορίζει το εξής: «Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Τα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του κράτους,…», η παράγραφος 6, εδάφιο α’ ορίζει: «Οι καθηγητές των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί» και η παράγραφος 8, εδάφιο β’ ορίζει «Η σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται». Το Σύνταγμα, λοιπόν, με τη λέξη «αποκλειστικά» και «απαγορεύεται», αποκλείει ρητά και με σαφήνεια την παροχή ανώτατης εκπαίδευσης από ιδιώτες.

Βέβαια, κάποιοι ισχυρίζονται ότι μπορεί να γίνει σύμφωνη με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο ερμηνεία του Συντάγματος. Πάνω σε αυτό υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ των συνταγματολόγων. Σύμφωνη με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο ερμηνεία γίνεται όταν η διάταξη του εθνικού δικαίου δίνει τα περιθώρια αυτά, έχοντας ως όρια τις γενικές αρχές του δικαίου. Το άρθρο 16 με τη λέξη «αποκλειστικά» και «απαγορεύεται» δεν δίνει τέτοια περιθώρια. Η σύμφωνη με το ευρωπαϊκό δίκαιο ερμηνεία δεν μπορεί να αποτελέσει λόγο για contra  legem («ενάντια στον νόμο»)ερμηνεία  του Συντάγματος.

Εξάλλου, η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν αποτελεί οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ως εκ τούτου δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ιδρύσουμε ιδιωτικά πανεπιστήμια. Άλλωστε, σύμφωνα με την Ενοποιημένη Απόδοση της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ), η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει αποκλειστική αρμοδιότητα απέναντι στα κράτη μέλη (αρ. 3 ΣΛΕΕ) για ζητήματα παιδείας, ούτε καν συντρέχουσα αρμοδιότητα (αρ. 4 ΣΛΕΕ), έχει μόνο, σύμφωνα με το άρθρο 6 ΣΛΕΕ περ. ε, αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις για να υποστηρίζει, να συντονίζει, ή να συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών σε ζητήματα παιδείας, επαγγελματικής εκπαίδευσης και αθλητισμού (υποστηρικτική αρμοδιότητα). Αυτό σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να εκδώσει μόνο συστάσεις και γνώμες, οι οποίες δεν είναι δεσμευτικές. Συνιστούν πράξεις που ωθούν προς έμμεση δράση. Αυτό εξειδικεύεται και από το άρθρο 165 ΣΛΕΕ και συγκεκριμένα στην παράγραφο 4, όπου ορίζεται το εξής: «Προκειμένου να συμβάλλει στην υλοποίηση των στόχων του παρόντος άρθρου (παιδείας):

 - Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο,…θεσπίζουν δράσεις ενθάρρυνσης, ΧΩΡΙΣ να εναρμονίζουν τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις των μελών.

- Το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής, διατυπώνει  ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ».

Τέλος, αξίζει να αναφερθεί και η παρατήρηση που προβάλλουν κάποιοι σχετικά με το άρθρο 107 παρ.1 ΣΛΕΕ που αφορά στην απαγόρευση κρατικών ενισχύσεων που νοθεύουν τον ανταγωνισμό μέσω της ευνοϊκής μεταχείρισης επιχειρήσεων. Τα πανεπιστήμια δεν είναι επιχειρήσεις. Το Συμβούλιο της Επικρατείας τονίζει στη νομολογία του ότι «κατά πάγια νομολογία του ΔΕΕ, το δίκαιο του ανταγωνισμού της Ένωσης και, ειδικότερα, η απαγόρευση του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ αφορούν τις δραστηριότητες των “επιχειρήσεων”. Τα ΑΕΙ δεν ασκούν οικονομική δραστηριότητα αλλά οι σκοποί τους όπως προβλέπονται από το Σύνταγμα (άρθρο 16 Συντ.) και τις διατάξεις του, που διέπουν την λειτουργία τους (βλ. άρθρο 1 και 4 ν. 4485/2017), αποβλέπουν στην προαγωγή της επιστημονικής έρευνας και του ερευνητικού και εν γένει εκπαιδευτικού έργου και άρα δεν εμπίπτουν στην έννοια της επιχείρησης»(ΣτΕ 2350-63/2023). 

Φυσικά, για τις άλλες βαθμίδες εκπαίδευσης το ιδιωτεύειν επιτρέπεται. Αυτό θα μπορούσε να γίνει και για την τριτοβάθμια εκπαίδευση  ΑΛΛΑ με αναθεώρηση του Συντάγματος κι όχι με  παράκαμψή του.

Και σε αυτό το σημείο, υπάρχει το δεύτερο ζήτημα που θέλω να θίξω. Και αυτό αφορά τον τρόπο  με τον οποίο η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας προσπαθεί να φέρει τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα.

Τη στιγμή που το Σύνταγμά μας ορίζει ρητά ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η σύσταση από ιδιώτες, εάν θέλουμε να παρασχεθεί εκπαίδευση από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, το νομικώς και πολιτικώς ορθό είναι να γίνει ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Αυτό θα ήταν ορθότερο νομικά γιατί στο Σύνταγμα ορίζεται με σαφήνεια, όπως προανέφερα, η απαγόρευση, αλλά ακόμα και να γίνει δεκτό ότι μπορεί να γίνει σύμφωνη με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο ερμηνεία του Συντάγματος, το γεγονός ότι υπάρχουν αντιδράσεις και αμφιβολίες από μεγάλη μερίδα του νομικού κόσμου, δεν μπορεί να αγνοηθεί. Αν η κυβέρνηση επιθυμεί μία τέτοια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, οφείλει να προχωρήσει σε αναθεώρηση του Συντάγματος.

Όμως, είναι και πολιτικά ορθό, καθώς, με τη διαδικασία της αναθεώρησης θα υπάρξει ο απαιτούμενος χρόνος να γίνει μία μεγάλη συζήτηση γύρω από τις αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση. Τα κόμματα θα έχουν την ευκαιρία να συζητήσουν, να παρουσιάσουν το πρόγραμμά τους στη Βουλή αλλά και στην ίδια την κοινωνία θα υπάρχει ο αναγκαίος χρόνος για προβληματισμό και συζήτηση.

Η πρόταση της αναθεώρησης του Συντάγματος αποφασίζεται από τη Βουλή, ενώ η αναθεώρηση των σχετικών διατάξεων εγκρίνεται από την επόμενη Βουλή. Στο μεταξύ θα γίνουν εκλογές. Στις εκλογές ο κόσμος θα έχει την ευκαιρία, μέσω της ψήφου του, να διαμορφώσει τον σχηματισμό της Βουλής που θα εγκρίνει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Μία τόσο μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν επιτρέπεται να γίνει μέσω ενός νομοσχεδίου που παραβιάζει το Σύνταγμα και θα συζητηθεί στη Βουλή τρείς  ημέρες. Χρειάζεται διαβούλευση πολλών μηνών και στην πολιτική σκηνή αλλά και στην κοινωνία.

Οι μεταρρυθμίσεις δεν πρέπει να γίνονται με βιασύνη και προχειρότητα αλλά σταδιακά και προσεκτικά, με ρυθμούς που να αρμόζουν στη σοβαρότητά τους. Άλλωστε, τα τελευταία τριάντα χρόνια υπήρξαν κυβερνήσεις που έβλεπαν θετικά την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, όμως εξέφραζαν την πρόθεση για αναθεώρηση του Συντάγματος και όχι την παράκαμψή του μέσω ενός νομοσχεδίου.

Ο κύριος υπουργός, ως απάντηση σε ερωτήσεις δημοσιογράφων και αντιδράσεων της αντιπολίτευσης στο γιατί δεν προχωράει απευθείας σε αναθεώρηση και επιλέγει να φέρει μία τόσο σοβαρή μεταρρύθμιση μέσω νομοσχεδίου, υποστήριξε πως θα γίνει αναθεώρηση αλλά η κοινωνία δεν μπορεί να περιμένει. Δηλαδή, για να καταλάβω, η Ελλάδα, στην οποία τόσες δεκαετίες δεν έχουν γίνει ιδιωτικά πανεπιστήμια, δεν μπορεί να περιμένει άλλη μία πενταετία; Γιατί τόση βιασύνη;

Όπως ήδη ανέφερα, στόχος του άρθρου μου, δεν είναι να πάρω θέση για το αν πρέπει ή  δεν πρέπει να ιδρυθούν ιδιωτικά. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι η κυβέρνηση, με το νομοσχέδιο αυτό, φανερώνει πως έχει άρνηση στον διάλογο και μία αδικαιολόγητη βιασύνη, που είναι προϊόν της αλαζονείας της. «Κάνω ό, τι θέλω, όποτε το θέλω και όπως θέλω». Δεν διστάζει να παρακάμψει το Σύνταγμα αδιαφορώντας εν τέλει για την ποιότητα της Δημοκρατίας.

    

 

randomness