Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ… (ΟΛΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ)

Γράφει ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ, ΤΟΠΟΓΡΑΦΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ

 

Οι συζητήσεις για τον Χωροταξικό μας Σχεδιασμό, πάντα προκαλούσαν το δημόσιο ενδιαφέρον. Με την «τρέχουσα» διαβούλευση βέβαια του Νόμου «Εκσυγχρονισμός της Χωροταξικής και Πολεοδομικής νομοθεσίας» το θέμα γίνεται εκ των πραγμάτων και επίκαιρο.
Η Χωροταξία επιμελείται το σύνολο των παραγωγικών δράσεων στα πλαίσια του αναπτυξιακού γίγνεσθαι της χώρας. Μέσα από ένα ιδιαίτερα δύσκολο και ανταγωνιστικό παγκόσμιο περιβάλλον και μετά από τις δυσμενείς επιπτώσεις της επί μία περίπου δεκαετία οικονομικής μας δυσπραγίας. Με το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού μας να δραστηριοποιείται στις γεωγραφικές ενότητες των δύο μεγάλων πολεοδομικών συγκροτημάτων που έχουν κέντρα την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Και με τις υπηρεσίες του τουρισμού να είναι το «μάνα εξ ουρανού» για την Εθνική Οικονομία. Στα πλαίσια αυτά και ειδικότερα για την Ελλάδα, οι λύσεις των προβλημάτων δε μπορεί να θεωρούνται «βατή» και εύκολη υπόθεση.
•    Ο υπερσυγκεντρωτισμός του πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα, είναι κοινή διαπίστωση ότι τροχοπεδεί όλες τις υπόλοιπες παραγωγικές μας δυνατότητες. Κύρια αιτία γένεσης οι «Αθηνοκεντρικού τύπου» επιλογές οι οποίες μέχρι τώρα υιοθετήθηκαν αλλά και οι αντιλήψεις που «κυοφόρησαν» αυτές τις καθαρά αστικών συμφερόντων πολιτικές.  
•    Η νομοθεσία μας, που ανά εποχή θεσπίσθηκε, κρίνεται εκ του αποτελέσματος ανεπαρκής ή στις καλύτερες περιπτώσεις χωρίς συνέχεια. Είναι γνωστές οι χωροταξικές προτεραιότητες του Ν.1337/1983 και οι ημιτελείς προσπάθειες -τουλάχιστον για τους Ο.Τ.Α. της περιφέρειας- που από την Επιχείρηση Πολεοδομικής Ανασυγκρότησης (Ε.Π.Α., η πρωτοποριακή και ανεπανάληπτη ….) είχαν δρομολογηθεί.
•    Οι ανεπάρκειες δε σχετίζονται μόνο με τις «επί της ουσίας» παραλείψεις των οικείων διατάξεων για την υιοθέτηση των ελάχιστα αναγκαίων χωροταξικών προτεραιοτήτων. Αφορούν και τις απαραίτητες θεσμικές παρεμβάσεις για μία συνολικότερη νομοθετική αναθεώρηση, έχοντας ως απώτερη επιδίωξη τη βελτίωση των αναπτυξιακών μας προοπτικών. Έστω ότι αποκτάται το καλύτερο πλαίσιο για τον Χωροταξικό μας Σχεδιασμό. Δεν θα πρέπει με το πλαίσιο αυτό να παραλληλίζεται και η υπόλοιπη νομοθεσία της χώρας ; Ως παράδειγμα, πριν από 50 χρόνια με το 70% περίπου του πληθυσμού να δραστηριοποιείται εκτός των αστικών μας κέντρων, για τη διαχείριση και αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας ίσχυαν συγκεκριμένες κατευθύνσεις. Σήμερα που τα ποσοστά της πληθυσμιακής κατανομής αντιστράφηκαν, για ποιο λόγο δεν προκρίνονται και οι συνεπαγόμενες νομοθετικές αλλαγές ; Δε μπορεί να γίνει αντιληπτό ότι η υλοποίηση των χωροταξικών μας επιλογών πρέπει να συνοδεύεται και με τη δραστική υποστηρικτική αναθεώρηση της δασικής νομοθεσίας ;   
•    Εύστοχος χωροταξικός σχεδιασμός, σημαίνει κατοχύρωση όλων των αναπτυξιακών προοπτικών. Μέσα από την ύπαρξη διαύλων επικοινωνίας και δυνατοτήτων ουσιαστικού διαλόγου με τους φορείς αλλά και την Κοινωνία. Με άμβλυνση των αντιλήψεων κρατισμού, οι οποίες έχοντας ως όπλα τους μηχανισμούς άσκησης εξουσίας διαπερνούν τον κοινωνικό ιστό και διαμορφώνουν το παραγωγικό γίγνεσθαι. Και με την προγραμματισμένη υλοποίηση των δράσεων, χωρίς η ολοκλήρωσή τους να εξαρτάται από τους σημερινούς στείρους γραφειοκρατικούς ελέγχους.
•    Οι σωστές χωροταξικές κατευθύνσεις, από τη φύση τους αναφέρονται σε τεκμηριωμένα αποδεκτές και ήπιες δράσεις, στις χωρικές ενότητες των σχεδιασμών. Με πιστοποιημένες, έγκυρες και εύστοχες απόψεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Η ενεργοποίηση θεσμών όπως είναι το «Επιμελητήριο Περιβάλλοντος» σε συνδυασμό με την αναβάθμιση του ρόλου των Μ.Κ.Ο. και την ειδικότερη υποχρέωση να υποστηρίζονται επιστημονικά οι προτάσεις τους, είναι δυνατό να συμβάλουν στην άρση πολλών προβλημάτων. Στην ίδια κατεύθυνση μπορεί να αναφερθεί και η ανάγκη θεσμοθετημένης συμμετοχής των καθ’ ύλη αρμόδιων φορέων, επιμελητηρίων ή επιστημονικών ενώσεων, στις συνεδριάσεις των συλλογικών οργάνων των Ο.Τ.Α. και ειδικότερα για τα θέματα που αφορούν τις αναπτυξιακές μας προτεραιότητες. Απαίτηση που σε ότι αφορά τους φορείς στην περιφέρεια της χώρας είναι περισσότερο διακριτή. Τουλάχιστον σε σχέση με τις προοπτικές αξιοποίησης εξειδικευμένων απόψεων για τα ανά περίπτωση, ιδιαίτερου περιεχομένου ή επιστημονικού ενδιαφέροντος προβλήματα.  Όχι μόνο λόγω της απαιτούμενης κοινωνικής συνέργειας αλλά και για τη δρομολόγηση δόκιμων λύσεων στη βάση των προοπτικών για σωστότερες αποφάσεις.    
•    Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα που σχετίζεται με όλες τις χωροταξικές μας προτεραιότητες, είναι ο κοινωνικός και οικονομικός δυϊσμός ο οποίος μπορεί να διαπιστώνεται στις περιφερειακές μας ενότητες. Αρκεί να σταθμισθεί η κατάσταση που βιώνεται σε μια τυχαία περιοχή της Ευρυτανίας με την όποια ίδιου επιπέδου ενότητα της Κρήτης ή της Ρόδου. Δεν υπάρχει καμία δυνατότητα ουσιαστικής σύγκρισης. Αρκετές περιοχές της ενδοχώρας μας, υστερούν σε βαθμό απαράδεκτο. Η ανάταξη τέτοιων κυρίαρχων προβλημάτων είναι μονόδρομος και αδήριτη ανάγκη. Το πλαίσιο όμως των αναπτυξιακών στόχων και  κατευθύνσεων, θα πρέπει να γίνει και ο «κοινός τόπος» ΟΛΩΝ των πολιτικών που φιλοδοξούν για να διαχειρίζονται αυτά τα ζητήματα. Για το λόγο αυτό, είναι φανερό ότι θα μπορούσε αλλά και θα έπρεπε ανά περιοχή να διαμορφωθεί ένα συμφωνημένο και με ρεαλιστικές προοπτικές υπόβαθρο τοπικών προτεραιοτήτων. Με την παράλληλη δέσμευση της πολιτείας για την υποστήριξή του. Οι αδυναμίες πολλές φορές θεωρούνται προκλητικά μεγάλες. Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι από τον ερχόμενο Νοέμβριο σε όλους τους Δήμους της χώρας πρέπει να λειτουργούν Υπηρεσίες Δόμησης. Οι μικροί ΟΤΑ, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία ανήκουν σε περιοχές της περιφέρειας, θεωρείται δεδομένο ότι δεν θα ανταποκριθούν. Και σίγουρα θα οδηγηθούν σε «προγραμματικές συμβάσεις - δεκανίκια», με τους γειτονικούς μεγαλύτερους Δήμους ή τις Π.Ε.Δ. Διασφαλίζονται όμως έτσι και για όσους Ο.Τ.Α. υστερούν, οι προοπτικές καλύτερων εξυπηρετήσεων των πολιτών ;
•    Εάν αναγνωρίζεται η ανάγκη για μια αναλογικότερη κατανομή και δραστηριοποίηση του ενεργού πληθυσμού της χώρας, έχοντας ως απαρέγκλιτη επιδίωξη την ισόρροπη περιφερειακή μας ανάπτυξη, τότε πρέπει να υπάρξουν πρωτοβουλίες. Με δεδομένη τη διαχρονική αναπτυξιακή υστέρηση σε πολλές περιοχές της περιφέρειας, οι «στοχευμένες» υποστηρικτικές δράσεις της πολιτείας κρίνονται εκ των πραγμάτων απαραίτητες. Οι συγκεκριμένες ενότητες θα μπορούσε, για παράδειγμα, να εξαιρούνται από την υποχρέωση νομιμοποίησης των κατασκευασμένων προ του έτους 2011 οικοδομημάτων. Και επίσης θα έπρεπε να τύχουν ιδιαίτερης επιμέλειας για την ύπαρξη εξυπηρετήσεων ως προς τα ελάχιστα όπως μπορεί να είναι οι απαιτήσεις διασύνδεσης με το internet ή το ζήτημα απόκτησης υποδομών εύκολης πρόσβασης στις υπηρεσίες του Ε.Σ.Υ. (ενδεχόμενα και με δίκτυα ελικοδρομίων) ή της φοίτησης των παιδιών και των νέων στα σχολεία της δημόσιας εκπαίδευσης.      
Σε σχέση με τα παραπάνω αλλά και με όσα επί πλέον θα μπορούσε να σημειωθούν, μεγάλη αξία έχουν οι ασκούμενες πολιτικές. Συνεπώς, ας ευελπιστούμε ότι η νομοθετική πρωτοβουλία  που στις μέρες μας είναι σε διαβούλευση θα καταλήξει να γίνει και η βέλτιστη. Παρά τις ιδιαίτερα σοβαρές ενδείξεις ότι για άλλη μια φορά δεν θα αποφύγουμε την «πεπατημένη» και δεν θα θιγεί η ουσία των προβλημάτων.