Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

«Χρέος και εφόδιο των νέων ευρωβουλευτών μας: «Η Ευρώπη χρειάζεται τα αρχαία Ελληνικά»

Η μεγάλη αξία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, ως πολιτιστικό κεκτημένο της Ευρώπης - και όχι μόνο -, συνομολογείται σήμερα από όλους τους κορυφαίους γλωσσολόγους του κόσμου, αλλά και μεγάλο αριθμό πνευματικών και πολιτικών προσωπικοτήτων, με εξαίρεση δυστυχώς, κάποιων αντίστοιχων δικών μας που έχουν εκφράσει περίεργες απόψεις για την διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στα σχολεία μας, όπως π.χ. η περιβόητη κυρία Ρεπούση. Τους ευρωβουλευτές μας μέχρι σήμερα, δεν τους απασχόλησε η υποστήριξη της γλώσσας ως υποχρέωσή τους, γι’ αυτό και όταν πριν κάμποσα χρόνια έγινε η επιλογή πέντε γλωσσών ως επίσημων της ΕΕ, δεν κατάφεραν ή δεν απαίτησαν μεταξύ αυτών να είναι και η Ελληνική, αγνοώντας προφανώς αυτό που έχει τονίσει ο μεγαλύτερος ίσως ευρωπαίος γλωσσολόγος, ο Ισπανός Fransisco Adrados, ότι «όλες οι γλώσσες είναι κρυφοελληνικές, με πλούσια δάνεια από τη μητέρα των γλωσσών, την ελληνική». Οι νέοι ευρωβουλευτές μας που θα εκλεγούν την 25η Μαΐου οφείλουν σε κάθε σχετική ευκαιρία να προβάλλουν και να υπερασπίζονται την αξία της γλώσσας μας. 
Όσο για την πολιτική μας ηγεσία, η ευθύνη της για το γεγονός ότι κάποιες από τις Σχολές Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού σε πολλά πανεπιστήμια ανά τον κόσμο, έχουν κλείσει, ενώ όλες σχεδόν οι υπόλοιπες φυτοζωούν, είναι μεγάλη.
Προσωπικά, όπως επίσης και ο φίλος συμπολίτης μας Φ. Ιωσήφ, έχουμε κατά καιρούς, με άρθρα μας στον τοπικό Τύπο, παραθέσει πληθώρα στοιχείων για την αξία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας χωρίς βέβαια να είμαστε ειδικοί. 
Σε άρθρο του στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (18-9-2013) με τίτλο: «Η Ευρώπη χρειάζεται τα αρχαία Ελληνικά», ο επικεφαλής της ομάδας των ευρωβουλευτών του Λαϊκού Κόμματος του Λουξεμβούργου κ. Φρανκ ‘Εγκελ, μεταξύ των άλλων γράφει: «¨Έχει λοιπόν ανοίξει τώρα μια συζήτηση γύρω από την αφαίρεση των αρχαίων ελληνικών από τη διδακτέα ύλη των ελληνικών σχολείων. Φιλόλογοι σε όλη την Ευρώπη δίνουν αγώνα για να διατηρήσουν ζωντανή τη διδασκαλία των δύο σπουδαίων κλασικών γλωσσών, της ελληνικής και της λατινικής…Πώς να σταθούν απέναντι σε αυτό τον χείμαρο αντιξοοτήτων, αν η ίδια η Ελλάδα εγκαταλείψει τη γλώσσα που αποτελεί το θεμέλιο του επιστημονικού, νομικού και καλλιτεχνικού λόγου, τον οποίο είμαστε σήμερα σε θέση να αρθρώσουμε; Ήθελα να μάθω αρχαία ελληνικά. Δεν θα προτιμούσα να μάθω μια άλλη ζωντανή γλώσσα αντ’ αυτού; Η απάντησή μου ήταν πως όχι, προτιμούσα αυτόν νεκρό πυρσό πολιτισμού και ανθρωπισμού, αλλά δεν είχα επιλογή. Οπότε επέλεξα κάτι ζωντανό, το οποίο ήταν διαθέσιμο, αλλά πάντοτε μου έλειπαν τα αρχαία ελληνικά. Με ενοχλούσε το γεγονός ότι ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, ο Δημόκριτος, ο Σοφοκλής και όλοι οι άλλοι δεν θα ήταν «άμεσα» προσβάσιμοι σε εμένα. Ύστερα από χρόνια, άρχισα να μαθαίνω νέα ελληνικά. Μια γλώσσα στην οποία δεν μπορεί κανείς να έχει δομημένη πρόσβαση χωρίς αναφορά, συνεχή αναφορά, στην αρχαία γλώσσα των Ελλήνων. Τα ελληνικά πήραν τους κανόνες τους, απέκτησαν τη μορφή τους, σχεδίασαν τους ήχους τους, τα γράμματα και τα νοήματά τους, χιλιάδες χρόνια πριν. Τα ελληνικά αν και διαφοροποιημένα, παραμένουν μια ενιαία γλώσσα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, έχουν μια γλωσσολογική συνέχεια για πάνω από 3.000 χρόνια. Κανένας  λογικός διαμορφωτής πολιτικής δεν θα ήθελε να διαγράψει αυτή την πραγματικότητα από το ελληνικό σχολικό πρόγραμμα …Μαθηματικά, φιλοσοφία, πολιτική και τέχνες ριζώθηκαν πρώτα στην αρχαία Ελλάδα …Τα αρχαία ελληνικά είναι μια γλώσσα μέσω της οποίας η Ελλάδα συνεχίζει να εμπνέει την Ευρώπη και τον κόσμο. Αυτοί που θέλουν να στερήσουν από τους μαθητές των ελληνικών σχολείων αυτή την κληρονομιά και αυτές τις προοπτικές θα απέκοπταν την Ελλάδα από τις ρίζες της…Οι Έλληνες μαθητές πρέπει να συνεχίσουν να διδάσκονται την αρχαία ελληνική. Θα έμοιαζε σουρεαλιστικό αν οι Έλληνες μαθητές στη χώρα από την οποία προήλθε η γλώσσα θα έπρεπε να έχουν την ίδια τύχη με εμένα – να τους στερηθεί η πρόσβαση σε αυτό που κατ’ αρχάς έκανε τον λαό τους σπουδαίο.
Ένας άλλος Ευρωπαίος, κατ’ εξοχήν ειδικός, ο κ. Φράνκο Μοντανάρι, καθηγητής των αρχαίων ελληνικών στο πανεπιστήμιο της Γένοβας σε σχετικό κείμενό του (Κ 22-9-13) γράφει μεταξύ άλλων: «Δεν πιστεύω ότι τα αρχαία ελληνικά είναι νεκρή γλώσσα. Πρώτα απ’ όλα, ζούν μέσα σρτα νέα ελληνικά τα οποία αποτελούν συνέχειά τους. Θεωρώ ότι θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικό να διδάσκονται στους μαθητές των ελληνικών σχολείων. Επίσης, όπως λέω πάντα, τα αρχαία ελληνικά είναι η μόνη αρχαία γλώσσα που δημιουργεί νέες λέξεις για τις σύγχρονες γλώσσες».
Αυτά που ανέφερα πιο πάνω δεν είναι παρά ελάχιστα δείγματα των όσων έχουν πει για   την αξία της ελληνικής γλώσσας, μεγάλες πνευματικές προσωπικότητες όλου του κόσμου και όλων των εποχών από τον Κικέρωνα μέχρι τους σημερινούς, τα οποία ωστόσο την κυρία Ρεπούση δεν την συγκινούν. Φαίνεται ότι η κυρία αυτή έχει αναλάβει εργολαβικά την αποδόμηση της εθνικής μας ιστορίας. Δεν εξηγούνται διαφορετικά οι κατά καιρούς απόψεις της όπως: Τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν το 1922 στην παραλία της Σμύρνης ήταν ένας «συνωστισμός», ο χορός του Ζαλόγγου ήταν «απλώς μια επίδειξη», το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει να αντικατασταθεί με αυτό της θρησκειολογίας, και τελευταία, τα αρχαία ελληνικά να μην διδάσκονται στα Λύκεια παρά μονάχα από μεταφράσεις.
Μια άλλη όμως ομότιμη καθηγήτρια Πανεπιστημίου, η κυρία Ελένη Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου, έδωσε τη δική της απάντηση στην «Καθημερινή» της 29/9, σημειώνοντας μεταξύ των άλλων: «Οι απόψεις που υποστήριξε βουλευτής της ΔΗΜΑΡ (δηλ. η κ. Ρεπούση) πρώτα, το μάθημα (των αρχαίων ελληνικών) να είναι προαιρετικό για τους μαθητές που δεν ακολουθούν ανθρωπιστική κατεύθυνση και ύστερα, να διδάσκεται σε όλες τις κατευθύνσεις από μετάφραση, είναι απολύτως απαράδεκτες».
Ίσως   αναρωτηθούν πολλοί, τι νόημα έχουν όλα αυτά σήμερα που η χώρα μας βιώνει μια φοβερή οικονομική κρίση και μια πρωτοφανή χρεοκοπία του πολιτικού μας συστήματος.
Μα ακριβώς, κάτω απ’ αυτές τις τραγικές συνθήκες, οφείλουμε σήμερα να συνειδητοποιήσουμε ότι πρίν από την παρούσα πολύπλευρη κρίση που διέρχεται η χώρα μας, προηγήθηκε η απαξίωση της ανθρωπιστικής παιδείας των νεοελλήνων, η απεμπόληση των ελληνοχριστιανικών αρχών, η έλλειψη κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης και η μείωση του πατριωτικού αισθήματος, τα στοιχεία δηλαδή χάρη στα οποία το έθνος μας μπόρεσε μέχρι σήμερα να σταθεί στα πόδια του.
Θα τελειώσω το παρόν δημοσίευμά μου με κάποιες προσωπικές απόψεις για τα αρχαία ελληνικά, τα οποία η γενιά μου διδάχθηκε στο πρωτότυπο σε καθημερινή βάση. Αισθάνομαι πραγματικά ικανοποιημένος καθώς διαβάζοντας σήμερα ένα αρχαίο κείμενο, ασφαλώς δεν είμαι σε θέση πάντοτε να το ερμηνεύω πλήρως, όμως μπορώ κάπως να αντιλαμβάνομαι το νόημά του. Πολύ ευκολότερα βέβαια κατανοώ τα κείμενα των Ευαγγελίων, των οποίων η γλώσσα είναι πιο προσιτή και αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό.
Σημαντικότερο είναι κατά τη γνώμη μου, το γεγονός ότι η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών με το συντακτικό τους, τη γραμματική τους και τη μαθηματική τους δομή, αποτελούν άσκηση του νου των νέων παιδιών, όπως ακριβώς συμβαίνει με τα μαθηματικά για τα οποία ο Πλάτων έγραψε: «Εν ουδέν δύναμιν έχει παίδειον μάθημα, ως η περί τους αριθμούς διατριβή». «Παίδειον» (παιδευτικό) είναι πρωτίστως το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών και όχι χρηστικό, ενώ η γνώση της απαράμιλλης αρχαίας ελληνικής γραμματείας, σε ολοκληρωμένη μορφή, είναι τελείως διαφορετικό πράγμα και μπορεί να διδάσκεται μεταφρασμένη και ξεχωριστά, προκειμένου κάθε μορφωμένος νεοέλληνας να έχει πρόσβαση σ’ αυτήν. Είναι και αυτό απαραίτητη υποχρέωση μιας σύγχρονης ελληνικής εκπαίδευσης, που παραμένει ωστόσο το ζητούμενο.

Γράφει ο: Δημήτρης Πενταγιώτης
Πολιτικός Μηχανικός

 

Ενημερωτικά δελτία

Ενημερωθείτε άμεσα από την εφημερίδα μας για τις τελευταίες ειδήσεις μέσα από την ηλεκτρονική σας διεύθυνση.

Μηνιαίο αρχείο ειδήσεων