Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

Ιστορική Μνήμη: η πρώτη γραμμή άμυνας της Δημοκρατίας απέναντι στον Φασισμό

Της Δρ. Βασιλικής Λάζου


Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Άδωνης Γεωργιάδης επιχειρεί να εξισώσει τον φασισμό με τον κομμουνισμό. 

Με αφορμή την «Ευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης για τα θύματα του σταλινισμού και του ναζισμού», ο υπουργός της ΝΔ επανέφερε μια ρητορική που χρησιμοποιεί εδώ και χρόνια: την ταύτιση δύο εντελώς διαφορετικών ιστορικών φαινομένων.

Η εξίσωση αυτή δεν είναι απλώς λανθασμένη. Είναι επικίνδυνη. Διότι παρουσιάζει τη ναζιστική θηριωδία – που αιματοκύλισε την Ευρώπη, έστησε στρατόπεδα εξόντωσης και οδήγησε σε γενοκτονίες – ως ισοδύναμη με τον κομμουνισμό. Τι αποσιωπάται έτσι;

Ότι ο Κόκκινος Στρατός, μαζί με τα αντιστασιακά κινήματα με κομμουνιστική ηγεσία, ήταν η δύναμη που συνέτριψε τον ναζισμό στην Ευρώπη.

Ότι χωρίς τη θυσία χιλιάδων κομμουνιστών και αντιφασιστών αγωνιστών, η ήπειρός μας ίσως να είχε βυθιστεί οριστικά στο σκοτάδι.

Στην Ελλάδα, ο ιστορικός αναθεωρητισμός είναι ακόμη πιο προκλητικός. Τα Καλάβρυτα, το Δίστομο, η Βιάννος, το Κομμένο, η Υπάτη και η Σπερχειάδα στον τόπο μας και δεκάδες άλλα μαρτυρικά χωριά κουβαλούν το αποτύπωμα της ναζιστικής θηριωδίας.

Η εξίσωση φασισμού–κομμουνισμού προσβάλλει τη μνήμη τους. Το ίδιο και η θυσία των 200 εκτελεσμένων της Καισαριανής, που υπενθυμίζει ότι η αντίσταση στον ναζισμό είχε ως βασικό κορμό το κομμουνιστικό κίνημα.

Ακόμα περισσότερο, η Εθνική Αντίσταση, με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ να σώζει τον λαό από την πείνα και να κρατά ζωντανή την αξιοπρέπεια της χώρας, δεν μπορεί να εξισώνεται με τον φασισμό που πολέμησε.

Στη σημερινή Ευρώπη, με την ακροδεξιά να κερδίζει έδαφος, η εξίσωση φασισμού–κομμουνισμού λειτουργεί σαν «ξέπλυμα».

Θολώνει τις ευθύνες, βάζει στο ίδιο τσουβάλι θύτες και θύματα, ακυρώνει την αντιφασιστική παρακαταθήκη. Και ταυτόχρονα, στρώνει το έδαφος για να θεωρούνται «νόμιμες» ιδέες που τρέφουν τον ρατσισμό, τη μισαλλοδοξία και τον αυταρχισμό.

Ο ιστορικός αναθεωρητισμός δεν είναι ακαδημαϊκή συζήτηση.

Είναι προσβολή στα θύματα και στους αγωνιστές. Αλλά πάνω απ’ όλα είναι επικίνδυνο πολιτικό όπλο: χρησιμοποιείται για να ξαναγραφτεί η ιστορία, για να σβηστεί η συμβολή των αντιστασιακών κινημάτων και να «ξεπλυθεί» η ευθύνη του φασισμού. Και ταυτόχρονα για να στοχοποιηθεί κάθε ριζοσπαστική ιδέα σήμερα.

Χρησιμοποιείται συγχρόνως για να δικαιολογήσει τα εγκλήματα της εποχής μας.

Όταν ο Άδωνης Γεωργιάδης υιοθετεί τέτοια ρητορική, δεν πλήττει μόνο τη μνήμη· προσφέρει πολιτική κάλυψη σε όσους σήμερα διαπράττουν εγκλήματα πολέμου, όπως στον Νετανιάχου, στενό πολιτικό φίλο του ίδιου και της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που σήμερα αιματοκυλίζει τον παλαιστινιακό λαό.

Η μνήμη είναι η πρώτη γραμμή άμυνας της δημοκρατίας απέναντι στον φασισμό. Και όποιος την παραχαράσσει, όποιος σβήνει τους θύτες και αμαυρώνει τους αγωνιστές, υπηρετεί – συνειδητά ή ασυνείδητα – την πιο σκοτεινή πλευρά της ιστορίας.

Και ανοίγει τον δρόμο για να ξαναζήσουμε τα πιο σκοτεινά κεφάλαια του 20ού αιώνα.