Καθημερινή Αδέσμευτη Εφημερίδα

  Αριθμός Πιστοποίησης: Μ.Η.Τ. 242014

Σκέψεις για την παγκόσμια ημέρα ηλικιωμένων

Γράφει ο Δημήτριος Κ. Βάντσης,

Κοινωνικός λειτουργός στο Κ.Κ. Δομοκού

Πρόεδρος του ΠΣ Στερεάς Ελλάδας ΣΚΛΕ

 

 

Οι ηλικιωμένοι πολίτες δεν είναι μόνο γερασμένοι άνθρωποι, δεν είναι απλά κάποιοι που «περιμένουν τη ζωή να τελειώσει», δεν είναι συνταξιούχοι «στο περιθώριο της ζωής και της κοινωνίας». Είμαστε όλοι εμείς, τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας στο απώτερο ή απώτατο μέλλον. Είναι όλοι αυτοί που προετοίμασαν το κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε και το οποίο κι εμείς βελτιώνουμε, ο καθένας και η καθεμία με τις δυνάμεις που διαθέτει, τη φαντασία και το χρόνο.

Καθόλου σπάνιο φαινόμενο δεν αποτελεί η περιθωριοποίηση των ανθρώπων αυτό οι οποίοι έχουν συχνά αποχωρήσει από την αγορά εργασίας. Εάν σε αυτό προσθέσουμε ότι ο κόσμος μας έχει οργανωθεί γύρω από τη νεότητα ως στόχο, ιδανικό και επιδίωξη, οι άνθρωποι που ονοματίζονται και κατηγοριοποιούνται ως μέλη της «τρίτης ηλικίας» αντιμετωπίζονται συγκαταβατικά ή και αρνητικά. Γενική πεποίθηση τείνει να είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί ότι αποχωρούν οικειοθελώς από κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές και άλλες δραστηριότητες, πράγμα απόλυτα ανακριβές.

Ανάγκες και επιθυμίες υπάρχουν και θα υπάρχουν για όλους. Πολλές από αυτές (ειδικά δε τις επιθυμίες) δεν τους αναγνωρίζουμε ότι τις έχουν. Μορφές διασκέδασης θεωρούνται ταμπού για τους ηλικιωμένους, ότι “αυτά δεν είναι της ηλικίας τους”. Η αποκήρυξη των επιθυμιών και των αναγκών τους θεωρείται φυσιολογική και ίσως επιβεβλημένη.  

Όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Οι άνθρωποι αυτοί, οι οποίοι ταλαιπωρούνται και από ένα σύστημα απονομής συντάξεων που καθυστερεί στην απόδοση πλήρους σύνταξης ακόμη και πάνω από ένα χρόνο, έχουν προσφέρει στη χώρα: έχουν προσφέρει με τη δουλειά τους, τη φορολόγησή τους, την ανάληψη γονεϊκού ρόλου, την πολιτική, οικονομική, πολιτιστική, κοινωνική τους συμμετοχή στην καθημερινότητα επί σειρά ετών. Άρα, οι ανάγκες και επιθυμίες τους οφείλουν να γίνουν κοινωνικές επιδιώξεις στηριζόμενες όχι μόνο στη νομικές αλλά και ηθικές επιταγές!

Ξεκινώντας μια τέτοια αντιμετώπιση, πρώτα είμαστε υποχρεωμένοι -κυριολεκτικά- να τους ακούσουμε! Πολύ συχνά οι άνθρωποι αυτοί ιδιαίτερα σιωπηλοί. Συχνά πέφτουν πάνω σε ένα «τείχος σιωπής» από τους υπόλοιπους όταν προσπαθούν να διεκδικήσουν αυτά που δίκαια θεωρούν ότι τους ανήκουν: συμμετοχή στη ζωή, απόλαυση από αυτήν. Η κατάσταση επιδεινώνεται ότι την ηλικία «ακολουθούν» προβλήματα υγείας που -σε ένα περιβάλλον που δεν έχει κατασκευαστεί για αυτούς- κάνει τη μετακίνηση δύσκολη, αυξάνει το κόστος ζωής τους (λόγω εξόδων για φάρμακα, ειδική διατροφή και κάποιες φορές την ανάγκη μετακόμιση), τους απομακρύνει από τους οικείους τους: την οικογένειά τους και άλλα αγαπημένα πρόσωπα όπως φίλοι και σύντροφοι.

Η κοινωνική τους «ερημοποίηση» από σημαντικούς άλλους κάθε άλλο παρά βελτιώνει την καθημερινότητά τους. Περισσότερο από πολλές άλλες κοινωνικές ομάδες έχουν την ανάγκη να τους ακούσουμε, να τους καταλάβουμε, να τους αποδεχτούμε, να θέλουμε και να κάνουμε κάτι για όλα όσα δικαίως διεκδικούν και χρειάζονται.

Βεβαίως δεν αρκεί απλά να τους αφουγκραστούμε. Πρέπει να θέλουμε και να δραστηριοποιηθούμε προς την κατεύθυνση της κάλυψης αναγκών. Πολύ συνηθισμένο είναι κάποιες από τις ανάγκες τους να τις χαρακτηρίζουμε «πολυτέλειες» για αυτούς και τις επιθυμίες τους «υπερβολικές», «αταίριαστες» με την ηλικία τους ή και με άλλους χαρακτηρισμούς. Μια αλλαγή της υφιστάμενης νοοτροπίας προϋποθέτει ότι αναγνωρίζουμε πως είναι ίσοι με εμάς, πως πρέπει να απολαμβάνουν τις ίδιες δυνατότητες και δικαιώματα που αναγνωρίζονται -σε αρχικό, γραπτό επίπεδο- σε όλους μας.

Εκτός από τη δραστηριοποίηση, αναγκαία και κρίσιμη είναι και η πολιτική βούληση να λάβουμε οργανωμένα μέτρα για αυτούς στη βάση μιας στρατηγικής συμπερίληψης όλων των ανθρώπων κάθε ηλικίας, μορφής ή επιλογής ζωής.

Στα πλαίσια αυτά να είναι και η αλλαγή στη λειτουργία των κλειστών δομών οι οποίες -παρά τη συχνή κριτική που τους ασκείται, ενίοτε όχι άδικα- αποτελούν, ακόμη, μια χρήσιμη δικλείδα ασφαλείας για τους πολλούς απομονωμένους (χωρικά και κοινωνικά) άνδρες και γυναίκες σε αστικές και μη περιοχές. Άνθρωποι που έχουν εγκαταλειφθεί από το στενό και ευρύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον, που έχουν αναγκαστεί να διαβιούν μακρυά από αγαπημένα πρόσωπα. Άνθρωποι που έχουν να διαχειριστούν και άλλες δυσκολίες που σχετίζονται με γνωστικά ελλείμματα, με σωματικές και αισθητηριακές βλάβες που επιτείνουν τις δυσκολίες που βιώνουν ακόμη και σε απλές εργασίες καθώς οι όποιες αλλαγές δεν επιτρέπουν την απρόσκοπτη αλληλεπίδραση με το δομημένο περιβάλλον.

Οι κλειστές δομές συχνά παρουσιάζονται ως προθάλαμος του κοινωνικού και σωματικού θανάτου όσων διαμένουν σε αυτές. Η αλήθεια είναι ότι, χωρίς την εμπνευσμένη διοίκηση και την πολύωρη και απαιτητική εργασία του προσωπικού, κάτι τέτοιο δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα όπως τη βιώνουν οι άνθρωποι αυτοί αλλά και οι οικείοι τους. Εάν σε αυτή την εμπειρία προσθέσουμε και τα αυστηρά μέτρα που επιβλήθηκαν λόγω πανδημίας, όπως η πλήρης αποφυγή της σωματικής επαφής με αγαπημένους τους, δεν μας αιφνιδιάζει ότι πολλές και πολλοί από όσες και όσους διαμένουν σε κλειστές δομές εμφανίζουν συμπεριφορές «κλεισίματος στον εαυτό τους», ανάπτυξη πιο επιθετικών μορφών συμπεριφοράς, αλλά και απώλεια της ελπίδας, απώλειας ελέγχου και αποδυνάμωσης.

Κι όμως αυτή η εικόνα μπορεί να αλλάξει και έχει μεταβληθεί ως ένα βαθμό. Τόσο η τεχνολογία με τις δυνατότητες και ευκολίες που μας παρέχει, επιτρέπει -μέχρι κάποιου βαθμού- τη συχνότερη και κάπως πιο άμεση επικοινωνία. Η αξιοποίηση των επιλογών της επαφής μέσω tablet, υπολογιστών και «έξυπνων» τηλεφώνων μπορεί να μετριάσει κάποιες από τις συνέπειες της άνωθεν επιβληθείσας απομόνωσης λόγω της πανδημίας. Επιπρόσθετα, υπάρχει πραγματική ανάγκη για να ικανοποιούνται ανάγκες και επιθυμίες για διασκέδαση και για απόλαυση κάτι που με ευκολία αποδεχόμαστε για τους πιο νέους ανθρώπους!

Πέρα από αυτό, δεν πρέπει να λησμονούμε τις δυνατότητες που πλέον μας δίνονται για τη δημιουργία Στεγών Υποστηριζόμενης Διαβίωσης ως έναν από τους μοχλούς αποϊδρυματοποίησης που μπορούν και πρέπει να περικλείουν και την ομάδα των ηλικιωμένων. Κάτι τέτοιο θα περιόριζε σημαντικά τον αριθμό των κλειστών πλαισίων πρόνοιας, θα επανατοποθετούσε (κοινωνικά και χωρικά) τους ανθρώπους αυτούς στο κοινωνικό πλαίσιο από το οποίο αναγκάστηκαν -ως επί το πλείστον- να αποχωρήσουν. Πιο σημαντικό ίσως είναι η (επανά)κτηση του ελέγχου στη ζωή τους και η από αυτή προερχόμενη ενδυνάμωσή τους.

    Εκτός από την υποστηριζόμενη διαβίωση, είναι καιρός να μιλήσουμε και για την αυτόνομη διαβίωση. Αξιοποιώντας και την υφιστάμενη τεχνολογία μπορούμε να καταστήσουμε δυνατή τη διαχείριση της καθημερινότητας σε όλο της το εύρος από την πλειονότητα των ηλικιωμένων, καθώς και την επιτυχή επιτέλεση των αναμενόμενων για αυτούς κοινωνικών ρόλων. Η επιστροφή στην κοινότητα μόνο θετική επίδραση μπορεί να έχει για όλους: για τους ίδιους, για τους αγαπημένους τους, για όλους μας!! Βέβαια, χρειάζονται (και) κονδύλια!

Εκεί αναζητείται η πολιτική βούληση, η ιδιωτική προσφορά, η εμπνευσμένη διοίκηση και συνεπής διεκδίκηση. Κανείς δεν λέει ότι θα είναι εύκολο, μόνο ότι είναι επιθυμητό -για όλους!

Έχουμε δείξει ότι με το συντονισμό και την ορθή εφαρμογή σχεδιασμένων κινήσεων και δράσεων μπορούμε να κάνουμε όνειρα πραγματικότητα! Μπορούμε να παρέχουμε σε ηλικιωμένους και μη μια καλύτερη ζωή, ένα καλύτερο σήμερα και ένα πολύ καλύτερο αύριο!


 

 

 

randomness